Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Λέων Τολστόι

 Ρώσος συγγραφέας, ένας από τους μεγαλύτερους λογοτέχνες του κόσμου. Είναι γνωστός για τα μυθιστορήματά του «Πόλεμος και Ειρήνη» και «Άννα Καρένινα», που συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα όλων των εποχών.

Λέων Τολστόι (1828 – 1910)

Ρώσος συγγραφέας, ένας από τους μεγαλύτερους λογοτέχνες του κόσμου. Είναι γνωστός για τα έργα του «Πόλεμος και Ειρήνη» και «Άννα Καρένινα», που συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα μυθιστορήματα όλων των εποχών.

Ο κόμης Λεβ Νικολάγεβιτς Τολστόι, γνωστός στο ελληνικό κοινό ως Λέων Τολστόι, γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1828 (28 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο) στη Γιάσναγια Πολιάνα της Ρωσίας από αριστοκρατική οικογένεια. Ορφάνεψε, όμως, προτού κλείσει τα δέκα του χρόνια και από πατέρα και από μητέρα.

Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καζάν ανατολικές γλώσσες και νομικά, μα δεν πήρε το δίπλωμά του. Ήταν φύση ανήσυχη, γεμάτη σχέδια και αναμορφωτικές ιδέες, επηρεασμένος από τη Γαλλική Επανάσταση. Θέλησε να ανυψώσει τους Ρώσους χωρικούς και να μορφώσει τα παιδιά τους. Ίδρυσε, μάλιστα, και σχολείο και εξέδωσε παιδαγωγικό περιοδικό με τον τίτλο «Γιάσναγια Πολιάνα».

Έχοντας μεγάλα χρέη από τη χαρτοπαιξία, αποφάσισε να καταταγεί στο στρατό. Πήρε μέρος στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), όπου γνώρισε την ψυχή του ρώσου στρατιώτη και τη φρίκη του πολέμου. Στη συνέχεια επιχείρησε δύο ταξίδια και γυρίζοντας στη Ρωσία, παντρεύτηκε (1862), έκανε οικογένεια κι έζησε ευτυχισμένος «σαν πατριάρχης», όπως έγραψε ο ίδιος. Με την κατά 16 χρόνια μικρότερη σύζυγό του Σοφία Μπερς απέκτησε 13 παιδιά. Την περίοδο εκείνη έγραψε τα δύο αριστουργήματά του «Πόλεμος και Ειρήνη» (1869), το οποίο ζωντανεύει τη Ναπολεόντεια εποχή και την «Άννα Καρένινα» (1877), ένα δυνατό ψυχογραφικό και οικογενειακό δράμα.

Η ανησυχία του, όμως, ταράζει και πάλι τη ζωή του. Είχε τύψεις που ζούσε μέσα στα πλούτη, ενώ τόσοι άλλοι δυστυχούν. Θέλει να τα αφήσει όλα, περιουσία, οικογένεια, δόξα και να ζήσει απλά, σύμφωνα με τις ιδέες του. Τότε γράφει τα έργα του με τα μεγάλα προβλήματα και τις υψηλές ηθικές αρχές της αγάπης, της καλοσύνης και της συμπόνοιας: «Πάτερ Σέργιος» (1898), «Σονάτα του Κρόιτσερ» (1889), «Κύριος και δούλος» (1895) και «Ανάσταση» (1899). Έγραψε, ακόμα, ένα δραματικό έργο, «Το κράτος του ζόφου» (1886) κι ένα θαυμάσιο μεγάλο διήγημα «Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» (1866).

Το 1910 αποφασίζει να εγκαταλείψει τα «εγκόσμια», να τα αρνηθεί όλα και να ζήσει μία απλή ζωή μέσα στη φύση. Μα είναι πια 82 ετών και η υγεία του κλονίζεται. Στις 20 Νοεμβρίου (7 Νοεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) ο σπουδαίος ρώσος συγγραφέας, «ο γίγας της ρωσικής γης», όπως τον αποκαλούν, άφησε την τελευταία του πνοή στη σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Αστάκοβο της Ρωσίας.

Η ζωή του Τολστόι χαρακτηρίστηκε από μεγάλες αντιθέσεις, καθώς τα πρώτα άσωτα χρόνια της αριστοκρατίας τα διαδέχτηκε η ριζοσπαστική μεταστροφή του προς την άρνηση του πλούτου, τη φιλανθρωπία και προς έναν ιδιόμορφο ειρηνιστικό και χριστιανικό αναρχισμό, που έτυχε θαυμασμού από προσωπικότητες όπως ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και επισφραγίστηκε με τον αφορισμό της Ρωσικής Εκκλησίας.



Πηγή

Αλέκος Σακελλάριος

 Κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός, σεναριογράφος δημοσιογράφος και σκηνοθέτης του θεάτρου του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, ο Αλέκος Σακελλάριος υπηρέτησε με επιτυχία με ό,τι καταπιάστηκε.

Αλέκος Σακελλάριος (1913 – 1991)

Κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός, σεναριογράφος δημοσιογράφος και σκηνοθέτης του θεάτρου του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, ο Αλέκος Σακελλάριος υπηρέτησε με επιτυχία με ό,τι καταπιάστηκε. Έγραψε 185 θεατρικά έργα, πλήθος σεναρίων, κάπου 1500 τραγούδια και καταπιάστηκε με τον κινηματογράφο ως σκηνοθέτης, χωρίς να έχει ιδέα για το μέσο, όπως είχε δηλώσει. Με τα θεατρικά του έργα, πολλά από τα οποία μετέφερε στην μεγάλη οθόνη, σκόρπισε και σκορπίζει ακόμα απλόχερα το γέλιο.

Ο Αλέκος Σακελλάριος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 7 Νοεμβρίου 1913 και από τα μαθητικά του χρόνια άρχισε να δημοσιογραφεί σε μαθητικές εφημερίδες. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε την ενασχόληση του με την δημοσιογραφία συνεργαζόμενος κατα καιρούς ως ρεπόρτερ, ευθυμογράφος και χρονογράφος με τις εφημερίδες και τα περιοδικά «Ασύρματος», «Ακρόπολις», «Εθνικός Κήρυξ», «Μάχη», «Καθημερινή», «Βραδυνή», «Ελεύθερος Κόσμος», «Απογευματινή», «Τραστ» και «Τηλέραμα». Η πένα του δημοσιογράφου δεν σταμάτησε να τον συντροφεύει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Αρκετά νωρίς άρχισε ν’ ασχολείται με τη συγγραφή θεατρικών έργων και κειμένων για επιθεωρήσεις, ξεκινώντας το 1935 με το λαϊκό μιούζικαλ «Ο Βασιλιάς του Χαλβά», που έγραψε σε συνεργασία με τον Μήτσο Βασιλειάδη σε μουσική του Νίκου Χατζηαποστόλου. Το έργο ανέβασε με μεγάλη επιτυχία ο θίασος του Πέτρου Κυριακού στο θέατρο «Κοτοπούλη». Ακολούθησαν τα έργα «Ταξίδι στ' Αλγέρι» (σε συνεργασία με τον Μήτσο Βασιλειάδη και τον συνθέτη Xρήστο Χαιρόπουλο), «Οι μποέμ της Αθήνας» και «Το ρόδο του Ισπαχάν (σε συνεργασία με τον Σπύρο Μελά).

Πολυγραφότατος, στο θέατρο έγραψε 185 έργα, πολλά από τα οποία είναι καρποί της ευδόκιμης συνεργασίας του με το Χρήστο Γιαννακόπουλο. Από τις πιο δημοφιλείς υπήρξαν: «Η δεξιά, η αριστερά και ο κυρ-Παντελής», «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης», «Ένας ήρωας με παντόφλες», «Δεσποινίς ετών 39», «Δελησταύρου και Υιός», «Ένα βότσαλο στην λίμνη», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Ο Ηλίας τού 16ου», «Κάθε πράγμα στον καιρό του», «Αλλοίμονο στους νέους», «Υπάρχει και φιλότιμο», «Μπράβο Κολονέλο», «Φινίτα λα μούζικα», «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο», «Φτερό στον άνεμο, «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», Μπάμπης και Μπαμπίνο κ.ά.

Αυτοδίδακτος κινηματογραφιστής, το 1947 ξεκίνησε εξίσου λαμπρή καριέρα και στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ύστερα από παράκληση του Φιλοποίμενα Φίνου την ταινία «Παπούτσι από τον τόπο σου», σε σενάριο δικό του και του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Γρήγορα διέπρεψε και στον τομέα του κινηματογράφου, μεταφέροντας αρχικά τα ήδη δοκιμασμένα στη σκηνή θεατρικά του έργα και αργότερα με ταινίες που βασίζονταν σε αυτούσια κινηματογραφικά του σενάρια, που ανέδειξαν πολλούς σημαντικούς ηθοποιούς (Τζένη ΚαρέζηΑλίκη Βουγιουκλάκη, κ.ά.).

Γύρισε συνολικά 70 ταινίες, από τις οποίες οι περισσότερες γνώρισαν μεγάλη επιτυχία: «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» (1948), « Ένα βότσαλο στην λίμνη» (1952), «Σάντα Τσικίτα» (1953), «Θανασάκης, ο πολιτευόμενος» (1953), «Ούτε γάτα ούτε ζημιά» (1955), «Δεσποινίς ετών 39» (1954), «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1955), «Η καφετζού» (1956), «Δελησταύρου και Υιός» (1957), «Η θεία απ’ το Σικάγο» (1957), «Ένας ήρωας με παντούφλες» (1958), «Ο Ηλίας τού 16ου» (1959), «Το ξύλο βγήκε απ' τον Παράδεισο» (1959), «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Τα κίτρινα γάντια» (1960), «Η Αλίκη στο ναυτικό» (1961), «Χαμένα όνειρα»(1961), «Αλλοίμονο στους νέους» (1961), « Όταν λείπει η γάτα» (1962), «Η νύφη τό 'σκασε» (1962), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1963), «Χτυποκάρδια στο θρανίο» (1963), «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης» (1963), «Το δόλωμα» (1964), «Μοντέρνα σταχτοπούτα» (1965), «Υπάρχει και φιλότιμο» (1965), «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» (1966), «Η θεία μου η χίπισσα» (1970), «Η κόμισσα της Κέρκυρας» (1972) κ.ά.

Έγραψε στίχους αμέτρητων τραγουδιών, που είχαν ως αφετηρία τη θεατρική σκηνή, αλλά γρήγορα αποκτούσαν πανελλήνια εμβέλεια («Άστα τα μαλλάκια σου...», «Πάμε σαν άλλοτε», «Πού να’ σαι τώρα», «Το τραμ το τελευταίο», «Ο Τραμπαρίφας» κ.ά.). Περίπου 1.500 τραγούδια φιλοξενούν τους στίχους του, ανάμεσά τους κι αυτά που ξεκινούσαν την πορεία τους από το πανί της μεγάλης οθόνης και συγκεκριμένα από τις ταινίες του («Γαρύφαλλο στ’ αυτί», «Πες μου μία λέξη», «Τράβα μπρος», «Αστο το χεράκι σου», «Νιάου-νιάου βρε γατούλα», «Υπομονή» κ.ά.). Στίχους του μελοποίησαν οι συνθέτες Θεόφραστος Σακελλαρίδης, Νίκος Χατζηαποστόλου, Xρήστος Χαιρόπουλο, Κώστας Γιαννίδης, Μενέλαος Θεοφανίδης, Μιχάλης Σουγιούλ, Γιώργος Μουζάκης Μίμης Πλέσσας, Γιάννης Σπάρτακος, Μάνος ΧατζιδάκιςΣταύρος ΞαρχάκοςΤάκης Μωράκης, Γιώργος Κατσαρός, Γιώργος Χατζηνάσιος κ.ά.

Η πορεία του φυσικά δεν σταμάτησε εδώ. Προσέγγισε το χώρο της τηλεόρασης από το πειραματικό της ακόμη στάδιο και υπήρξε ο συγγραφέας και ο σκηνοθέτης περί των 40 κωμωδιών («Δόκτωρ Τικ», «Μία Αθηναία στην Αθήνα» κ.ά.), ενώ παράλληλα παρουσίαζε τακτικές ψυχαγωγικές εκπομπές («Εγώ κι εγώ», «60 λεπτά χωρίς λεπτά», «Μόνο για σας», «Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα», «Η παλιά επιθεώρηση», κ.ά.) και έκτακτα πανηγυρικά προγράμματα.

Τιμήθηκε με το «Έπαθλο Ξενόπουλου» για τα θεατρικά του έργα «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (αργότερα ταινία με πρωταγωνιστές τους Ντίνο Ηλιόπουλο και τον Βύρωνα Πάλλη), «Ένα βότσαλο στη λίμνη» (αργότερα ταινία με πρωταγωνιστή τον αξεπέραστο Βασίλη Λογοθετίδη και πολλά χρόνια μετά ρημέϊκ με τίτλο «Ο Σπαγγοραμένος» με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα), ενώ η ταινία του «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» ψηφίστηκε ως η καλύτερη ταινία της πενταετίας 1955-60, κατά τη διάρκεια της Πρώτης Εβδομάδας Ελληνικού Κινηματογράφου στο νεοσύστατο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης (μαζί με τη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη και τον «Δράκο» του Νίκου Κούνδουρου.

Η αφηγηματική του δεινότητα στην ενθύμηση παλιών και αξέχαστων στιγμών αποτυπώθηκε στις σελίδες του βιβλίου του «Λες κι ήταν χθες» (Εκδόσεις Σμυρνιωτάκη).

Δημιουργικός και δραστήριος, ο Αλέκος Σακελλάριος χρονογραφούσε μέχρι το τέλος της ζωής του, που επισυνέβη στις 28 Αυγούστου 1991.



Πηγή

Η Μάχη του Πολυαράβου

 Οι Μανιάτες νικούν τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ στην περιοχή Πολυάραβος του Ταΰγετου και αποτρέπουν για τρίτη και τελευταία φορά την κατάληψη της Μάνης από τον αιγύπτιο στρατηλάτη. Η μάχη, που κράτησε όλη την ημέρα, έγινε στις 28 Αυγούστου 1826...

Οι Μανιάτες νικούν τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ στην περιοχή Πολυάραβος του Ταΰγετου και αποτρέπουν για τρίτη και τελευταία φορά την κατάληψη της Μάνης από τον αιγύπτιο στρατηλάτη. Η μάχη, που κράτησε όλη την ημέρα, έγινε στις 28 Αυγούστου 1826.

Ο Ιμπραήμ, με τα την αποτυχία του να καταλάβει τη Μάνη από τα δυτικά τον Ιούνιο του 1826, στη Βέργα και τον Διρό, επιχείρησε νέα εκστρατεία από τα ανατολικά αυτή τη φορά, δύο μήνες αργότερα. Με 4.000 άνδρες κατευθύνθηκε προς την ανατολική πλευρά του Ταΰγετου, υπό τη διαρκή παρενόχληση των Ελλήνων, που προκαλούσαν φθορές στο στρατό με την τακτική του κλεφτοπολέμου.

Η αποφασιστική αναμέτρηση δόθηκε στην τοποθεσία Πολυάραβος (75 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Σπάρτης και 26 χιλιόμετρα βόρεια του Γυθείου), που βρίσκεται σε υψόμετρο 840 μέτρων στο όρος Ζίζαλι της οροσειράς του Ταΰγετου. Εκεί είχαν οχυρωθεί 2.000 Μανιάτες με αρχηγούς τον Παναγιώτη, Γεώργιο και Νικόλαο Γιατράκο, τον Ηλία Κατσάκο, τον Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και τον Ηλία Τσαλαφατίνο.

Ο Ιμπραήμ εξαπέλυσε ορμητικά κύματα επιθέσεων κατά των Ελλήνων, οι οποίοι όχι μόνο τις απέκρουσαν με επιτυχία, αλλά, κατά τη διάρκεια της ημέρας, πέρασαν στην αντεπίθεση, προξενώντας βαριές απώλειες στον εχθρό, που άφησε 200 νεκρούς στο πεδίο μάχης. Οι Μανιάτες είχαν μόνο 9 νεκρούς και ισάριθμους τραυματίες, σύμφωνα με τον ιστορικό Σπυρίδωνα Τρικούπη.

Η τρίτη ήττα από τους Μανιάτες σε διάστημα δύο μηνών ανάγκασε τον Ιμπραήμ να παραδεχθεί την αδυναμία του να καταλάβει τη Μάνη κι έτσι πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την Τριπολιτσά, όπου έφθασε στις αρχές Σεπτεμβρίου. Οι Μανιάτες με τη μελετημένη και γενναία τους αντίσταση κράτησαν αδούλωτη την πατρίδα τους και με το παράδειγμά τους αναπτέρωσαν το ηθικό των άλλων Ελλήνων.

Σχετικά

Την εποχή της Επανάστασης ο Πολυάραβος ονομαζόταν Πολυτσάραβος (δηλαδή τόπος με πολλά τσάρα: αφάνες, ρεϊκια). Πολυάραβος επικράτησε να ονομάζεται παρετυμολογικά, μετά την πανωλεθρία των «Αράβων» του Ιμπραήμ.




Πηγή