Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2023

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος, ο Πρωτόκλητος


Ἀντίστροφον σταύρωσιν Ἀνδρέας φέρει,
Φανεὶς ἀληθῶς οὐ σκιώδης ἀντίπους.
Σταυρὸν κακκεφαλῆς τριακοστῇ Ἀνδρέας ἔτλη.

Λειτουργικά κείμενα

Οπτικοακουστικό Υλικό

Σχετικά κείμενα

Το αρχαίο μυστικό που κρύβει το εκκλησάκι δίπλα στη Μητρόπολη Αθηνών


Το μοναδικό εικονογραφημένο ημερολόγιο του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ηλικίας 22 αιώνων «κρύβεται» δίπλα στη Μητρόπολη των Αθηνών, στο εκκλησάκι της Παναγίας Γοργοεπήκοου και Αγίου Ελευθερίου. Η αρχική φωτογραφία είναι του Jean Binot και δείχνει το ναό όπως ήταν τον Απρίλιο του 1902.

Ο μικρός ολομάρμαρος ναός ανεγέρθηκε επί του αρχαιολάτρη Μητροπολίτη Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη, τον 12ο αιώνα. Για την κατασκευή του δεν χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό πέτρες ή τούβλα, αλλά μαρμάρινα ανάγλυφα από μνημεία που χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π. Χ. έως τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια.



Μάρτυρες της άλλοτε πλούσιας Αθήνας, τα μνημεία είχαν εγκαταλειφθεί και ο αρχιτέκτονας ακολουθώντας την τακτική της εποχής, ανακύκλωσε το παλιό οικοδομικό υλικό για να χτίσει την εκκλησία πάνω σε ένα ναό αφιερωμένο στην Ειλείθυια, την αρχαία θεότητα που προστάτευε τις εγκυμονούσες.

Για τους τοίχους του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο ναού χρησιμοποίησε μαρμάρινους λίθους, κυρίως χωρίς διακόσμηση, ενώ στα πιο ψηλά σημεία λιοντάρια, αετοί και γυναικείες μορφές κοσμούν πολλές από τις 90 ανάγλυφες πλάκες που αξιοποιήθηκαν δημιουργώντας έτσι ένα υπαίθριο μουσείο γλυπτικής.

Το βλέμμα του κατασκευαστή όμως, τράβηξε η ζωφόρος από ένα άγνωστης ταυτότητας κτίσμα, πιθανόν του 2ου ή 1ου αιώνα π.Χ. και θέλησε να την τοποθετήσει στην πρόσοψη. Μόνο που υπήρχαν δύο προβλήματα. Πρώτον το ανάγλυφο είχε μήκος 6 μέτρα και ο ναός μόλις 5 μέτρα, οπότε αναγκάστηκε να το κόψει. Και δεύτερον, δεν γνώριζε το θέμα που απεικονιζόταν στη ζωφόρο με αποτέλεσμα να τοποθετήσει τις μορφές με λάθος σειρά, ενώ σε μία προσέθεσε τρεις σταυρούς για να την εκχριστιανίσει.

Για να μπορέσει κανείς να διαβάσει τι «λέει» η ζωφόρος πρέπει να ξέρει ότι χωρίζεται σε 12 τμήματα, όσοι και οι μήνες του σεληνιακού ημερολογίου που ίσχυε στην Αττική. Στην αρχή κάθε τμήματος απεικονίζεται ο μήνας προσωποποιημένος. Στο τέλος, το ζώδιο που αντιστοιχεί σε κάθε μήνα και στη μέση διακρίνονται σκηνές ή πρόσωπα που σχετίζονται με τις εποχές, μεγάλες γιορτές ή γεωργικές ασχολίες. Η αρχή γίνεται με τον Πυανεψιώνα που αντιστοιχεί στους σημερινούς μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο.

Μικρός ναός, μεγάλη ιστορία

Πάνω σε ένα αρχαίο ιερό αφιερωμένο στην Ειλειθύια χτίστηκε ο ναός αφιερωμένος στην Παναγία την Γοργοεπήκοο, δηλαδή εκείνη που φτάνει γρήγορα για να βοηθήσει. Μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους κι ενώ δεν είχαν μείνει πολλές εκκλησίες όρθιες, πήρε το όνομα του Άγιος Ελευθέριος, στο όνομα της ελευθερίας. Τρία χρόνια αργότερα, και έως το 1842, χρησιμοποιήθηκε ως δημόσια βιβλιοθήκη. Το 1962, μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά της βασίλισσας Αμαλίας, ξανάλλαξε όνομα και αφιερώθηκε στο Σωτήρα.

Ωστόσο, το 1862 όταν εκδιώχθηκαν οι Βαυαροί από την χώρα ξαναπήρε το όνομα Άγιος Ελευθέριος. Η εν λόγω εκκλησία αποτέλεσε την ορθόδοξη επισκοπική έδρα των Αθηνών, όταν ο επίσκοπος Αθηνών εκδιώχθηκε από τον Παρθενώνα από τους Φράγκους. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας αποτέλεσε το παρεκκλήσιο της κατοικίας του Μητροπολίτη Αθηνών και έγινε γνωστή και ως η Μικρή Μητρόπολη.

Όταν χτιζόταν η Μητρόπολη, υπήρχε πρόταση να γκρεμιστεί ο Άγιος Ελευθέριος. Τελικά, ο μικρός ναός παρέμεινε στη θέση του και λόγω της διαφοράς μεγέθους ανάμεσα στους δύο ναούς καθιερώθηκε και η φράση «σαν την Μητρόπολη με τον Άγιο Ελευθέριο» για τους ανθρώπους που έχουν μεγάλη διαφορά ύψους.


(Πηγή: «Αρχαία κρυμμένα μυστικά» της Μαίρης Αδαμοπούλου. Έκδοση «Τα Νέα»)




               Πηγή

Η ιστορία της Θανατικής Ποινής

 Η θανατική ποινή είναι τόσο παλιά όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες. Αρχικά είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, με την μορφή θυσίας, ενώ διαδεδομένη ήταν η βεντέτα.


Η θανατική ποινή είναι τόσο παλιά όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες. Αρχικά είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, κυρίως με την μορφή θυσίας, ενώ ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν η αντεκδίκηση (βεντέτα). Με την ισχυροποίηση όμως της κρατικής εξουσίας και με τον χαρακτηρισμό ως εγκλήματος κάθε πράξης που διαταράσσει την κοινωνική ειρήνη, η θανατική ποινή, ως η «εσχάτη των ποινών», απέκτησε ανταποδοτικό χαρακτήρα για τον δράστη και παραδειγματικό για τους υπηκόους του μονάρχη.

Από την εποχή του Διαφωτισμού και έως τις μέρες μας η θανατική ποινή προκαλεί έντονες συζητήσεις ως προς την σκοπιμότητα και την ορθότητά της. Η σύγχρονη αντίληψη εδράζεται στην άποψη, ότι η ποινή δεν πρέπει να έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα και να επιβάλλεται χάριν του εκφοβισμού ή παραδειγματισμού άλλων πολιτών, αλλά επανορθωτικό χαρακτήρα για τον δράστη. Σκοπός που αναιρείται με την αφαίρεση της ζωής του.

Κατά την αρχαιότητα οι κοινωνίες θεσμοποίησαν διάφορους τρόπους εκτέλεσης των θανατοποινιτών: Οι Βαβυλώνιοι την πυρά, τον πνιγμό και τον ανασκολοπισμό, οι Πέρσες και οι Ρωμαίοι την σταύρωση, οι Εβραίοι την σταύρωση και τον λιθοβολισμό και οι Αιγύπτιοι όλα τα παραπάνω και επιπλέον τον απαγχονισμό, τον πνιγμό και τον αποκεφαλισμό. Πολλοί από τους τρόπους αυτούς διατηρήθηκαν για πολλούς αιώνες με την προσθήκη στα νεώτερα χρόνια του τυφεκισμού.

Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν επιλέξει για την εκτέλεση των εγκληματιών τον λιθοθολισμό, το κατακρήμνισμα (Καιάδας), το δηλητήριο (το κώνειο στο Σωκράτη) και τον αποτυμπανισμό για σοβαρά αδικήματα εναντίον του δήμου στην Αθήνα. Ο όρος προέρχεται από την λέξη τύμπανο, που δήλωνε μια μακριά σανίδα πάνω στην οποία έδεναν τον λαιμό και τα άκρα του καταδίκου, χωρίς να είναι γνωστός ο τρόπος θανάτωσης. Έχουν διατυπωθεί οι εκδοχές του αποκεφαλισμού, της θραύσης του κρανίου με ρόπαλο ή απλή πρόσδεση και ο θάνατός του από πείνα και δίψα. Το 1915, ανακαλύφθηκε στο Φαληρικό Δέλτα ένα τάφος 17 καταδίκων που είχαν εκτελεσθεί με αποτυμπανισμό.

Στην μετεπαναστατική Ελλάδα η θανατική ποινή εκτελούνταν δια τυφεκισμού στο Παλαμήδι, με τον Καποδίστρια να δείχνει συχνά επιείκεια. Επί Όθωνος εισήχθη η λαιμητόμος με πρώτο θύμα τον ληστοπειρατή Μητρομαργαρίτη. Η έλλειψη δημίων, εξαιτίας της αποστροφής των Ελλήνων για το επάγγελμα, ανάγκασε τις αρχές να επαναφέρουν διαζευκτικά τον τυφεκισμό το 1846. Στην βραχύβια δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου εφαρμόστηκε ο απαγχονισμός για επανέλθει αμέσως μετά ο τυφεκισμός.

Η πρώτη γυναίκα που αντιμετώπισε το εκτελεστικό απόσπασμα στα ελληνικά ποινικά χρονικά ήταν η σλαβόφωνη νηπιαγωγός Ειρήνη Γκίνη ή Μίρκα Γκίνοβα από την Καστοριά. Πολεμώντας στις γραμμές του ΕΛΑΣ και στην συνέχεια του ΣΝΟΦ ,κατά την διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, συνελήφθη, καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και εκτελέστηκε σε ηλικία 30 ετών, στις 26 Ιουλίου 1946. Η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε εν καιρώ ειρήνης ήταν η 63χρονη Σταυρούλα Γκουβούση για την δολοφονία της εγκύου νύφης της, στις 26 Αυγούστου 1960.

Η τελευταία θανατική ποινή στην Ελλάδα εκτελέστηκε την περίοδο της δικτατορίας. Στις 25 Αυγούστου 1972, αντίκρυσε το εκτελεστικό απόσπασμα ο 27χρονος ηλεκτρολόγος Βασίλης Λυμπέρης, έχοντας καταδικαστεί τετράκις σε θάνατο, γιατί είχε κάψει ζωντανά τα δύο παιδιά του, την γυναίκα του και την πεθερά του. Έκτοτε καμία θανατική ποινή δεν εκτελέστηκε μέχρι την κατάργησή της το 1993 με το νόμο 2172 και με την συμπλήρωση του το 2004 (νόμος 2389) για τα στρατιωτικά αδικήματα σε καιρό πολέμου.

Σχετικό

Στις 30 Νοεμβρίου 1786, ο μέγας δούκας της Τοσκάνης Πέτρος Λεοπόλδος κατάργησε την θανατική ποινή στην επικράτεια του, υπό την επίδραση του Διαφωτισμού. Μια σημαδιακή ημερομηνία που τιμάται κάθε χρόνο από τους υποστηρικτές της κατάργησης της θανατικής ποινής και έχει τεθεί υπό την αιγίδα μεγαλοπούλεων του κόσμου με την ονομασία «Ημέρα Πόλεων για την Ζωή» (Cities for Life Day).


Πηγή

Τα Στηλιτικά

 Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η πολιτική ανωμαλία, που προέκυψε στην ελληνική πολιτική σκηνή στα τέλη του 1874 και διάρκεσε μέχρι τις εκλογές του Ιουλίου του 1875, με κύριο πρωταγωνιστή τον πρωθυπουργό Δημήτριο Βούλγαρη.


Με τον όρο «Στηλιτικά» χαρακτηρίζεται η πολιτική ανωμαλία, που προέκυψε στην ελληνική πολιτική σκηνή στα τέλη του 1874 και διάρκεσε μέχρι τις εκλογές του Ιουλίου του 1875, με κύριο πρωταγωνιστή τον πρωθυπουργό Δημήτριο Βούλγαρη.

Οι εκλογές του 1874 (23-26 Ιουνίου) δεν έδωσαν πλειοψηφία στον Βούλγαρη. Ο Υδραίος πολιτικός προσπάθησε να καλυτερεύσει τη θέση του, ακυρώνοντας την εκλογή σε ολόκληρες περιφέρειες, ελπίζοντας να πετύχει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Όχι μόνο δεν τα κατάφερε, αλλά είδε και κάποιους δικούς του βουλευτές να τον εγκαταλείπουν.

Έτσι, όταν στις 30 Νοεμβρίου ζήτησε να ψηφισθεί ο προϋπολογισμός δεν συγκέντρωσε τους 96 βουλευτές που χρειαζόταν για να έχει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα απαρτία στη Βουλή (96 επί συνόλου 140 βουλευτών). Παρ' όλα αυτά, ο προϋπολογισμός ψηφίστηκε από 85 μόνο βουλευτές, αγνοώντας την ένσταση που είχαν υποβάλει δύο βουλευτές τhς αντιπολίτευσης, οι οποίοι είχαν παραμείνει στην αίθουσα.

Στη συνεδρίαση της 2ας Δεκεμβρίου, όταν ο πρόεδρος της Βουλής Ιωάννης Ζάρκος, βουλευτής Καλαμάτας, κάλεσε τη Βουλή να επικυρώσει τα πρακτικά, ο Θρασύβουλος Ζαΐμης και ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος επανήλθαν στο ζήτημα της έλλειψης απαρτίας. Η κυβέρνηση, όμως, απέρριψε το αίτημά τους και οι βουλευτές τhς αντιπολίτευσης αποχώρησαν από την αίθουσα. Την επομένη δημοσιεύθηκε βασιλικό διάταγμα, που κήρυσσε τη λήξη της πρώτης συνόδου της Βουλής.

Μετά το κλείσιμο της Βουλής, η κατάσταση χειροτέψε. Αφού δεν είχαν κυρωθεί τα πρακτικά, δεν υπήρχε και ψηφισμένος προϋπολογισμός. Οι διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης και η εξέγερση της κοινής γνώμης επιδείνωσαν το πολιτικό κλίμα. Ο Βούλγαρης, μετά το αποτέλεσμα των επαναληπτικών και αναπληρωματικών εκλογών, αύξησε κατά 10 τους βουλευτές του κόμματός του, που ανήλθαν συνολικά στους 90, στους οποίους προστέθηκε ο βουλευτής Κυθήρων Στυλιανός Κασιμάτης, στον οποίο προσφέρθηκε η προεδρία της Βουλής.

Στην πρώτη συνεδρία της επόμενης συνόδου της Βουλής, στις 19 Μαρτίου 1875, προσήλθαν 82 βουλευτές του Βούλγαρη και 10 της αντιπολίτευσης ως παρατηρητές. Παρά την αποχώρηση των τελευταίων, η κυβέρνηση όρκισε 10 νεοεκλεγέντες βουλευτές και με μία νομική ακροβασία του βουλευτή Μαντινείας και προσωρινού προέδρου της Βουλής, Γεωργίου Ρεβελιώτη, προχώρησε στην επικύρωση των πρακτικών της προηγουμένης συνόδου των σχετικών με τον προϋπολογισμό, χωρίς να διαθέτει και πάλι την απαρτία στο σώμα.

Η εγκυρότητα, όμως, των επαναληπτικών εκλογών και η ερμηνεία που έδινε η κυβέρνηση στο Σύνταγμα όσον αφορά την απαρτία αμφισβητήθηκε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (τη μοναδική της χώρας εκείνη την περίοδο) και τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και σχεδόν όλες οι εφημερίδες.

Στις 21 Μαρτίου, οι τρεις καθημερινές εφημερίδες της Αθήνας, «Εφημερίς», «Στοά» και «Νεολόγος», δημοσίευσαν πίνακα με τα ονόματα των 82 βουλευτών, που είχαν μείνει στη συνεδρίαση της 19ης Μαρτίου και παρακολουθήσει την ορκωμοσία των 10 νέων. Η «Εφημερίς» του Δημητρίου Κορομηλά έγραφε: «Οι προπάτορες ημών τα ονόματα των προδοσάντων τα προς την πατρίδαν χρέη ητίμαζον αναγράφοντες επί στήλην. Ο τύπος οφείλει να εκτελέση την υπηρεσίαν, ην άλλοτε εξετέλουν τα δημόσια μάρμαρα».

Εξ αυτού του λόγου, οι 82 αυτοί βουλευτές, που επέμεναν να ασκούν νομοθετική εξουσία, χωρίς να αποτελούν την πλειοψηφία στη Βουλή, ονομάστηκαν «Στηλίτες» και η περίοδος αυτή της πολιτικής ανωμαλίας «Στηλιτικά».


Πηγή

Όσκαρ Ουάιλντ

Ιρλανδός ποιητής, δραματουργός, μυθιστοριογράφος και κριτικός. Γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου του 1854 στο Δουβλίνο...

Όσκαρ Ουάιλντ (1854 – 1900) 

Ο ποιητής, δραματουργός, μυθιστοριογράφος και κριτικός Όσκαρ (Φίνγκαλ Ο' Φλάιερτι Γουίλς) Ουάιλντ [Oscar Wilde] γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου του 1854 στο Δουβλίνο.

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του το 1878 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Λονδίνο. Εστέτ εκ χαρακτήρος, αφιέρωσε τη ζωή του στην αναζήτηση του ωραίου και του παράδοξου. Γρήγορα γνώρισε τον θαυμασμό της λονδρέζικης αριστοκρατίας, που τον παρακολουθούσε και τον μιμούταν ως πρότυπο. Όλοι επαναλάμβαναν τις πνευματώδης φράσεις του, αγόραζαν πολύτιμες πέτρες και κοιτούσαν με υπεροψία τη ζωή, όμοια μ' αυτόν. Η λογοτεχνική του δόξα έφτασε στο αποκορύφωμα το 1891 με το μοναδικό του μυθιστόρημα «Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι».

Η αυλαία της τραγικής ζωής του έπεσε στις 30 Νοεμβρίου του 1900, σ' ένα φθηνό ξενοδοχείο του Παρισιού.




        Πηγή