Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2023

Προφήτης Ιωήλ



Ὁ γῆς Ἰωὴλ ἐκτραγῳδήσας πάθη,
Μετῆλθεν ἐκ γῆς εἰς τόπον κρείττω πάθους.
Ἐννεακαιδεκάτῃ μόρος ἀμφ' ἐκάλυψεν Ἰωήλ.

Θεόφιλος Καΐρης

 Λόγιος, ιερωμένος, φιλόσοφος, θεολόγος και μαθηματικός· από τους κορυφαίους του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ανέπτυξε ένα δικής του έμπνευσης θρησκειοφιλοσοφικό σύστημα, τον «Θεοσεβισμό» και καταδιώχθηκε από την επίσημη Ελλαδική Εκκλησία.

Θεόφιλος Καΐρης (1784 – 1853)

Λόγιος, ιερωμένος, φιλόσοφος, θεολόγος και μαθηματικός· από τους κορυφαίους του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ανέπτυξε ένα δικής του έμπνευσης θρησκειοφιλοσοφικό σύστημα, τον «Θεοσεβισμό» ή «Θεοσέβεια», που αντιστρατευόταν βασικά δόγματα του Χριστιανισμού (τριαδολογία, χριστολογία) και γι’ αυτό το λόγο καταδιώχθηκε από την επίσημη Ελλαδική Εκκλησία.

Ο Θεόφιλος Καΐρης γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1784 στην Άνδρο και ήταν ένα από τα οκτώ παιδιά του προκρίτου του νησιού Νικολάκη Τωμάζου Καΐρη και της συζύγου του Ασημίνας, το γένος Καμπανάκη. Μία από τις αδελφές του ήταν η λόγια και πρώιμη φεμινίστρια Ευανθία Καΐρη.

Αφού παρακολούθησε μαθήματα στις Κυδωνιές (Αϊβαλί), την Πάτμο και τη Χίο, χειροτονήθηκε διάκονος το 1802 και αμέσως αναχώρησε στο εξωτερικό για σπουδές φιλοσοφίας: πρώτα στην Πίζα, όπου παρέμεινε επί τέσσερα χρόνια, και μετά στο Παρίσι, όπου έμεινε τρία έτη και συνδέθηκε στενά με τον Αδαμάντιο Κοραή. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1811, διετέλεσε επί ένα χρόνο διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης και στη συνέχεια δίδαξε στη σχολή των Κυδωνιών μαθηματικά και φιλοσοφία. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία κι έλαβε μέρος στην Επανάσταση του '21. Πολέμησε, τραυματίστηκε και συμμετείχε στις Εθνοσυνελεύσεις ως πληρεξούσιος της Άνδρου.

Το 1834 ίδρυσε ορφανοτροφείο στην Άνδρο για τα ορφανά του Αγώνα, το οποίο σύντομα εξελίχθηκε στο κέντρο μιας καινούριας θρησκείας, του Θεοσεβισμού. Ο Καΐρης πίστευε ότι η σχέση μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου είναι προσωπική και μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη διαμεσολάβηση κανενός άλλου παράγοντα. Η θεοσέβεια του Καΐρη συνοψίζεται στη βασική αρχή «Θεόν σέβου» («Να σέβεσαι τον Θεό») και εντάσσεται στον ντεϊσμό της «φυσικής θρησκείας» - αποδοχή της ύπαρξης του Θεού ως λογικής αναγκαιότητας και των φυσικών καταβολών της θρησκείας στον άνθρωπο - των γάλλων διαφωτιστών και των βρετανών εμπειριστών φιλοσόφων του 17ου και 18ου αιώνα.

Συνέθεσε προς τούτο άσματα και ύμνους στη δωρική διάλεκτο και αμφισβητώντας τη χριστιανική χρονολογία, πρότεινε ένα νέο ημερολόγιο και εισηγήθηκε δικά του ονόματα για τους μήνες, στο πρότυπο των Γάλλων Διαφωτιστών (Θεοσέβιος, Σοφάρετος, Δίκαιος, Άγιος, Αγάθιος, Σθένιος, Αγάπιος, Χαρίσιος, Μακρόθυμος, Αιώνιος, Ένθεος και Σώσιος), ενώ υποστήριξε την κατάργηση των εβδομάδων, προτείνοντας τη διαίρεση κάθε μήνα σε τρεις δεκάδες.

Οι ανατρεπτικές δοξασίες του προκάλεσαν την αντίδραση της Ελλαδικής Εκκλησίας. Ο Καΐρης καθαιρέθηκε από κληρικός και φυλακίστηκε. Το 1842 αποφυλακίστηκε και απελάθηκε από την Ελλάδα. Περιπλανήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο Παρίσι και το Λονδίνο, όπου δίδαξε μαθήματα φιλοσοφίας σε ομογενείς. Μετά την ψήφιση του Συντάγματος του 1844, που προστάτευε την ελευθερία της συνείδησης, επανήλθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Άνδρο, απολαμβάνοντας την προστασία του Γαλλικού Κόμματος και προσωπικά του ηγέτη του Ιωάννη Κωλέττη.

Οι καταγγελίες για τη διδασκαλία του δεν σταμάτησαν τα επόμενα χρόνια και τον Δεκέμβριο του 1852 καταδικάστηκε από το Πλημμελειοδικείο Σύρου σε φυλάκιση δύο ετών για προσηλυτισμό. Η φωτισμένη αγόρευση του διαπρεπούς νομικού Νικολάου Σαριπόλου, θεμελιωτή του δημοσίου δικαίου στην Ελλάδα, και η προφητική του προειδοποίηση, ότι όποια καταδίκη του Καΐρη θα σήμαινε βέβαιο θάνατο, δεν ίσχυσε για να αποτρέψει τη μισαλλοδοξία των διωκτών του, αλλά και του δικαστηρίου.

Ο Θεόφιλος Καΐρης οδηγήθηκε στα Λαζαρέτα της Σύρας, όπου στις 13 Ιανουαρίου 1853 άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στο κελί του, σε ηλικία 69 ετών. Τάφηκε έξω από την Ερμούπολη χωρίς θρησκευτική τελετή και χωρίς να επιτρέψουν στον αδελφό του Δημήτριο να είναι παρών στη νεκρώσιμη ακολουθία. Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι εννέα ημέρες μετά το θάνατό του εκδικάσθηκε στον Άρειο Πάγο αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης του δικαστηρίου της Σύρου. Τελικά, ο Άρειος Πάγος ακύρωσε την απόφαση, κηρύσσοντάς τον αθώο.

Στο συγγραφικό έργο του Καΐρη περιλαμβάνονται οι πραγματείες «Φιλοσοφικά και φιλολογικά», «Γνωστική ή των του ανθρώπου γνώσεων σύντομος έκθεσις», «Στοιχεία φιλοσοφίας των περί τα όντα γενικώτερον θεωρουμένων τα στοιχειωδέστερα», «Επιτομή της θεοσεβικής διδασκαλίας και ηθικής», «Θεοσεβών προσευχαί και ιερά άσματα», «Θεοσοφία». Εκτός απ’ αυτά, υπάρχουν σε χειρόγραφη μορφή έργα του γύρω από τις φυσικές επιστήμες και τα μαθηματικά, που δίδαξε στη διάρκεια της σχολικής του σταδιοδρομίας.


         
Πηγή

Η Μάχη των Γιαννιτσών

 Η σπουδαιότερη μάχη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, που διεξήχθη στις 19 και 20 Οκτωβρίου 1912. Η νίκη των ελληνικών όπλων άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.


Η σπουδαιότερη σε σημασία μάχη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, που διεξήχθη στις 19 και 20 Οκτωβρίου 1912 στην τότε Γενιτσά (Γενιτζέ ι Βαρντάρ για τους Τούρκους) του σημερινού νομού Πέλλας, ανάμεσα στον ελληνικό στρατό υπό τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο και τον οθωμανικό στρατό υπό τον στρατηγό Χασάν Ταξίν Πασά. Η νίκη των ελληνικών όπλων άνοιξε διάπλατα το δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου).

Μετά την απροσδόκητη νίκη του στο Σαραντάπορο, ο ελληνικός στρατός διασφάλισε τον έλεγχο της Δυτικής Μακεδονίας και άρχισε να προελαύνει για την απελευθέρωση της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης. Προ του διαγραφομένου μεγάλου κινδύνου, ο τούρκος στρατηγός Χασάν Ταξίν Πασάς αποφάσισε να αντιτάξει την άμυνά του στην ιερή για τους ντόπιους μουσουλμάνους πόλη των Γιαννιτσών, επειδή εκεί είχε ταφεί ο Γαζή Εβρενός, ένας διακεκριμένος οθωμανός στρατηγός του 14ου αιώνα.

Η περιοχή παρείχε σημαντικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα. Περικλειόταν βόρεια από το βουνό Πάικο και νότια από τη βαλτώδη λίμνη των Γιαννιτσών (αποξηράνθηκε το 1932), γνωστή από τον Μακεδονικό Αγώνα και από το μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα «Τα μυστικά του Βάλτου».

Στις 18 Οκτωβρίου ο στρατός του Ταξίν Πασά, αποτελούμενος από πέντε μεραρχίες ελλιπούς σύνθεσης (13 τάγματα πεζικού και 8 ίλες ιππικού) και επτά πυροβολαρχίες με 30 πυροβόλα, είχε οχυρωθεί σ’ ένα ύψωμα 130 μέτρων, από το οποίο μπορούσαν να ελέγχουν την πεδιάδα. Το βράδυ της ίδιας ημέρας ο προελαύνων ελληνικός στρατός, αποτελούμενος από πέντε μεραρχίες και μία ταξιαρχία ιππικού, συνολικά γύρω στους 80.000 άνδρες, είχε μέτωπο προς τα βορειοανατολικά.


Το πρωί της 19ης Οκτωβρίου, η 2η και 3η Μεραρχία επιτέθηκαν μετωπικά κατά του εχθρού, ενώ η 4η και η 5η υπερκερωτικά εναντίον του δεξιού πλευρού του τουρκικού στρατού. Η κατά μέτωπον επίθεση παρακωλύθηκε από τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού, που εμπόδισαν τη διάβαση της γέφυρας Μπαλίντζα, επί της οδού Βοδενών (Έδεσσας) - Γενιτσών, που αποτελούσε και τη μοναδική διάβαση. Αλλά η επιτυχημένη υπερκέραση του εχθρού από τις δύο άλλες μεραρχίες έκριναν τελικά την έκβαση της μάχης.

Βλέποντας την επικείμενη περικύκλωση του στρατού του, ο Χασίν Ταξίν Πασάς διέταξε υποχώρηση και άφησε στο πεδίο της μάχης τις πυροβολαρχίες του κι ένα μικρό τμήμα πεζικού, για να παρενοχλούν τους επιτιθέμενους και να διευκολύνουν την υποχώρηση του κυρίου όγκου του στρατού του. Άλλα και η οπισθοφυλακή αυτή υποχώρησε προ του εφορμούντος ελληνικού στρατού, το πρωί της 20ης Οκτωβρίου, ολοκληρώνοντας την ήττα του τουρκικού στρατού. Η 1η Μεραρχία ανέλαβε την καταδίωξη του εχθρού, αλλά δεν κατόρθωσε να καταλάβει τις γέφυρες του Αξιού και να τον εγκλωβίσει μακριά από τη Θεσσαλονίκη.

Στις 11 το πρωί της 20ης Οκτωβρίου οι πρώτες ελληνικές μονάδες εισήλθαν στην πόλη των Γιαννιτσών, που είχε μικτό πληθυσμό, μουσουλμανικό και χριστιανικό (ελληνόφωνο και σλαβόφωνο). Αμέσως παρέδωσε στις φλόγες τη μουσουλμανική συνοικία της πόλης, ενώ άφησε άθικτη τη χριστιανική.

Στο τέλος της ημέρας, οι ελληνικές απώλειες είχαν ανέλθει σε 188 νεκρούς και 785 τραυματίες, ενώ οι τουρκικές σε 250 νεκρούς, 1.000 τραυματίες και 3.000 αιχμαλώτους. Στα ελληνικά χέρια περιήλθαν 11 κανόνια του εχθρού και πολεμικές σημαίες. Η μάχη των Γιαννιτσών έγινε κάτω από καταρρακτώδη βροχή και οι Έλληνες στρατιώτες χρειάστηκε πολλές φορές να πραγματοποιήσουν επιθέσεις με τις λόγχες για να καταλάβουν τις εχθρικές οχυρώσεις.

Την επομένη, αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος στην ημερήσια διαταγή του σημείωνε μεταξύ άλλων: «Η νίκη των Γιαννιτσών συμπληροί την του Σαρανταπόρου και αποτελεί δια τον Ελληνικόν Στρατόν νέον τίτλον τιμής και δόξης». Ο απεσταλμένος της αθηναϊκής εφημερίδας «Σκριπ» σχολίαζε ότι η «Μάχη των Γενιτσών δύναται να χαρακτηρισθή ως η μεγαλειτέρα, η πεισματωδεστέρα των μέχρι τούδε μαχών», ενώ βασιλιάς Γεώργιος χαρακτήρισε την μάχη «πρωτοφανή εις μεγαλοπρέπειαν, πείσμα και ανδρείαν».


             
Πηγή