Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023

Άγιος Σάββας ο Ηγιασμένος


Ψυχὴν ὄπισθεν τοῦ Θεοῦ κολλῶν πάλαι,
Ἔμπροσθεν αὐτοῦ νῦν παρίσταται Σάββας.
Θεσπεσίοιο πόλου πέμπτῃ Σάββας ἐντὸς ἐσήχθη.


Λειτουργικά κείμενα

Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ: Μία μουσική μεγαλοφυΐα

 Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους συνθέτες όλων των εποχών και στη σύντομη ζωή του συνέθεσε περίπου 600 αριστουργήματα.

Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1756 – 1791)

Ο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ υπήρξε ένας από τους κορυφαίους συνθέτες όλων των εποχών. Τα έργα του αποτελούν μέρος του ρεπερτορίου κάθε ορχήστρας που σέβεται τον εαυτό της.

Το πλήρες όνομά του είναι Γιοχάνες Κρισόστομους Βολφγκάνγκους Τεόφιλους (Αμαντέους) Μότσαρτ [Wolfgang Amadeus Mozart] και γεννήθηκε την 8η πρωινή της 27ης Ιανουαρίου 1756 στο Ζάλτσμπουργκ, τμήμα τότε της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους και νυν της Αυστρίας. Ήταν γιος του συνθέτη Λεοπόλδου Μότσαρτ και της Άννας Μαρίας Περτλ.

Ο Μότσαρτ έζησε μόνο 35 χρόνια, πρόλαβε όμως να συνθέσει περίπου 600 έργα (συμφωνικά, δωματίου, κονσέρτα, όπερες και χορωδιακά), τα περισσότερα από τα οποία είναι αριστουργήματα. Σε ηλικία τριών χρονών έπαιζε πιάνο, στα πέντε του συνέθετε και στα έξι έδωσε το πρώτο του κοντσέρτο. Μιλάμε για τον ορισμό της ιδιοφυΐας.

Ο Μότσαρτ, αν και συνθέτης, είναι ένας μύθος, ένα λαϊκό είδωλο. Είχε το χάρισμα να γράφει απλές και ευκολομνημόνευτες μελωδίες, μέσα στη συνθετότητά τους. Έργα του ακούγονται όχι μόνο στις αίθουσες συναυλιών, αλλά και σε ασανσέρ, εμπορικά κέντρα, αίθουσες χειρουργείων και ως ηχητικά σήματα από κινητά τηλέφωνα.

Η μουσική του έχει και «μαγικές» ιδιότητες. Κτηνοτρόφοι παίζουν Μότσαρτ στις αγελάδες για να αυξήσουν την παραγωγή τους σε γάλα ή να μας δώσουν πιο τρυφερό κρέας. Έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά ότι η ακρόαση της μουσικής του βοηθά στην ανάπτυξη της νοημοσύνης των βρεφών και των παιδιών. Η μορφή του απεικονίζεται σε σοκολατάκια, σουβενίρ και άλλα είδη διακόσμησης.

Μεταξύ σοβαρού και αστείου λέγεται ότι αν υπήρχε δυνατότητα ο Μότσαρτ να διεκδικήσει τα δικαιώματα για τη χρήση της μουσικής και του ονόματός του θα μπορούσε να αγοράσει όλη την Αυστρία. Άλλωστε, η γενέτειρά του Ζάλτσμπουργκ ζει και αναπτύσσεται μέχρι σήμερα χάρις στον Μότσαρτ. Και όμως, ο συνθέτης της «Μικρής Νυχτερινής Μουσικής», του «Ντον Τζιοβάνι», του «Μαγικού Αυλού» και άλλων αριστουργημάτων πάλευε για να τα φέρει βόλτα με τα οικονομικά του στον σύντομο βίο του.

Πέθανε στη μία τα ξημερώματα της 5ης Δεκεμβρίου 1791, επί των επάλξεων, γράφοντας το «Ρέκβιεμ» της ζωής και της καριέρας του.


Πηγή

Η Ποτοαπαγόρευση

 Η περίοδος από το 1920 έως το 1933 στις ΗΠΑ, όταν κηρύχθηκε παράνομη με συνταγματική πρόνοια η παρασκευή, διακίνηση, εισαγωγή, εξαγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών.


Η περίοδος από το 1920 έως το 1933 στις ΗΠΑ, όταν κηρύχθηκε παράνομη με συνταγματική πρόνοια η παρασκευή, διακίνηση, εισαγωγή, εξαγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών.

Το κίνημα της ποτοαπαγόρευσης είχε ξεκινήσει στις αρχές του 19ου αιώνα και ήδη ως το 1850 αρκετές πολιτείες, κυρίως του νότου, είχαν ψηφίσει νόμους που περιόριζαν ή απαγόρευαν τη διάθεση αλκοολούχων ποτών. Η πρωτοβουλία ανήκε σε θρησκευτικές προτεσταντικές οργανώσεις, κυρίως του Μεθοδιστικού δόγματος.

Γρήγορα, σχηματίσθηκαν δύο πανίσχυρες ομάδες πίεσης, η «Ένωση κατά των Σαλούν» (Anti-Saloon League) και η «Ένωση Γυναικών για τη Χριστιανική Εγκράτεια» (Women's Christian Temperance Union). Μέλη των δύο αυτών οργανώσεων σχημάτισαν το Κόμμα της Απαγόρευσης (Prohibition Party), που πήρε μέρος στις προεδρικές εκλογές του 1872, αλλά συγκέντρωσε μόλις 5.608 ψήφους.

Το 1879 ο Τζον Σεντ Τζον εκλέχθηκε κυβερνήτης του Κάνσας και τέσσερα χρόνια αργότερα το Κάνσας έκανε η πρώτη πολιτεία στην Αμερική, που κήρυξε παράνομο το αλκοόλ. Το 1884 ο Σεντ Τζον έθεσε υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Αμερικής με τη σημαία του Κόμματος της Απαγόρευσης και έλαβε 150.369 ψήφους. Ο σπόρος της Ποτοαπαγόρευσης είχε ριφθεί.

Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου πολλοί Αμερικανοί θεωρούσαν μη πατριωτική πράξη τη χρησιμοποίηση δημητριακών για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών και όχι τροφίμων. Πολλές ζυθοποιίες είχαν ιδιοκτήτες γερμανικής καταγωγής, γεγονός που επαύξησε τα αντιγερμανικά αντανακλαστικά των Αμερικανών. Επιφανείς εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου (Φορντ, Ροκφέλερ) δήλωναν ότι οι εργαζόμενοι θα ήταν πιο παραγωγικοί εάν απείχαν από το αλκοόλ. Μάλιστα, ο Τζον Ροκφέλερ δώρισε 350.000 δολάρια στην «Ένωση κατά των Σαλούν» (Anti-Saloon League).

Η κοινή γνώμη άρχισε να αλλάζει διάθεση και ως το 1919 το 75% των πολιτειών είχε ευθυγραμμισθεί με τη 18η τροποποίηση του Συντάγματος, που απαγόρευσε την πώληση ή διακίνηση αλκοολούχων ποτών (16 Ιανουαρίου 1919). Ένας χρόνο αργότερα, στις 16 Ιανουαρίου του 1920, τέθηκε σε ισχύ με το νόμο Βόλστιντ (Volstead Act). Ήταν η ληξιαρχική πράξη για την έναρξη της Ποτοαπαγόρευσης.


Δεν πέρασε μεγάλο διάστημα και η μαύρη αγορά άρχισε να ανθίζει, το έγκλημα να κινείται ανοδικά και οι οργανωμένες συμμορίες να ευημερούν και να κερδίζουν πολιτική επιρροή. Η αστυνόμευση ήταν δύσκολη υπόθεση, με αποτέλεσμα να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια τα παράνομα αποστακτήρια και μπαρ. Τα σημεία πώλησης έφθασαν τα 30.000, σχεδόν διπλάσια σε σχέση με την προ Ποτοαπαγόρευσης εποχή.

Η διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας κάλπαζε, καθώς οι πειρασμοί για τους γλίσχρα αμειβόμενους αστυνομικούς ήταν μεγάλοι. Ο Αλ Καπόνε κόμπαζε ότι είχε στο μισθολόγιό του τη μισή αστυνομία του Σικάγου. Πολλοί γιατροί θησαύριζαν συνταγογραφώντας ουίσκι για ιατρικούς λόγους, που ήταν νόμιμο και διατίθετο από τα φαρμακεία.

Οι παράνομοι διακινητές έγιναν λαϊκοί ήρωες, καθώς πρόσφεραν δουλειά σε περίοδο μεγάλης ανεργίας, όπως ήταν η εποχή της Μεγάλης Ύφεσης («Κραχ»). Μεγάλες ήταν οι δημοσιονομικές απώλειες, καθώς η φορολόγηση του αλκοόλ έφερνε «ζεστό» χρήμα στα κρατικά ταμεία. Υπολογίστηκε ότι το κράτος έχανε κάθε χρόνο 500 εκατομμύρια δολάρια από τη φορολογία του αλκοόλ.

Στα θετικά της Ποτοαπαγόρευσης ήταν η δραστική μείωση των θανάτων από ασθένειες σχετιζόμενες με το αλκοόλ, όπως και η πτώση της συναφούς εγκληματικότητας. Όμως, επτά χρόνια μετά την επιβολή της ποτοαπαγόρευσης οι θάνατοι άρχισαν να αυξάνονται, ενώ τα ποτά-μπόμπες συνέβαλαν στη σημαντική άνοδο των τυφλώσεων και των παραλύσεων.

Η αύξηση της εγκληματικότητας και της διαφθοράς άλλαξε τη διάθεση της κοινής γνώμης. Στις προεδρικές εκλογές του 1932 ο δημοκρατικός υποψήφιος Φραγκλίνος Ρούσβελτ, λάτρης του μαρτίνι, συμπεριέλαβε στο πρόγραμμά του την άρση της ποτοαπαγόρευσης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Δεκεμβρίου του 1933, η Ποτοαπαγόρευση ήρθη στο μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ, μετά την υιοθέτηση από το Κογκρέσο της 21ης Τροποποίησης του Συντάγματος. Το Μισισιπί ήταν η τελευταία πολιτεία που νομιμοποίησε και πάλι το αλκοόλ το 1966.



Μαρδοχαίος Φριζής: Ο πρώτος πεσών αξιωματικός του Έπους του ’40

 Υπήρξε ο πρώτος ανώτερος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, που έπεσε επί του πεδίου της μάχης κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.

Μαρδοχαίος Φριζής (1893 – 1940)

Ο Μαρδοχαίος Φριζής ήταν Συνταγματάρχης Πεζικού και υπήρξε ο πρώτος ανώτερος αξιωματικός του ελληνικού στρατού που έπεσε επί του πεδίου της μάχης κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (1940-1941).

Ο Μαρδοχαίος Φριζής γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1893 στη Χαλκίδα, στους κόλπους μιας πολυμελούς οικογένειας Ρωμανιωτών Εβραίων. Ο Ιάκωβος και η Ιόπη Φριζή είχαν 13 παιδιά (12 αγόρια κι ένα κορίτσι).

Το όνειρό του από μαθητής ήταν να γίνει στρατιωτικός, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, που προτιμούσε να ασχοληθεί με τις εμπορικές επιχειρήσεις της οικογένειας. Έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων, αλλά απέτυχε. Γράφτηκε με βαριά καρδιά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου, προς μεγάλη ικανοποίηση του πατέρα του, που τουλάχιστον θα τον καμάρωνε δικηγόρο.

Όμως, η επιμονή του να γίνει στρατιωτικός δεν τον εγκατέλειπε και το 1916 κατατάχθηκε εθελοντικά στο στρατό. Σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών και εξήλθε αυτής με τον βαθμό του λοχία. Σχεδόν αμέσως προήχθη στο βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού, λόγω της πανεπιστημιακής του μόρφωσης.

Ο Φριζής πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και διακρίθηκε στα πεδία των μαχών, με αποτέλεσμα να μονιμοποιηθεί με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Τον Ιανουάριο του 1919 συμμετείχε στο εκστρατευτικό σώμα που πολέμησε τους Μπολσεβίκους στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου. Διοικητής της μονάδας του ήταν ο συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας.

Τον Αύγουστο του 1919 η μονάδα του μεταφέρθηκε στη Σμύρνη και έλαβε ενεργό μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Ο Φριζής προήχθη σε υπολοχαγό, προτού συλληφθεί αιχμάλωτος από τους Τούρκους τον Αύγουστο του 1922. Επειδή δεν ήταν χριστιανός, οι Τούρκοι προσφέρθηκαν να τον απελευθερώσουν αμέσως. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τους συμπολεμιστές του και παρέμεινε σε αιχμαλωσία μέχρι τον Αύγουστο του 1923, οπότε αφέθηκε ελεύθερος μετά την ανταλλαγή αιχμαλώτων.












Ο Μαρδοχαίος Φριζής με τη σύζυγό του


Με την επάνοδό του στην Ελλάδα προήχθη σε λοχαγό και εστάλη στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε τη Σχολή Πολέμου της Γαλλίας. Μετά την αποφοίτησή του επέστρεψε στην Ελλάδα και αφού φοίτησε και την ελληνική Σχολή Πολέμου, προβιβάσθηκε στο βαθμό του ταγματάρχη. Στη συνέχεια μετατέθηκε στη γενέτειρά του ως εκπαιδευτής στη Σχολή Πεζικού.

Στα τέλη της δεκαετίας του '30 προήχθη στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη και την άνοιξη του 1940 τοποθετήθηκε στο επιτελείο της VIII Μεραρχίας στα Γιάννινα. Μόλις ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος τις πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940 υπηρετούσε ως διοικητής αποσπάσματος στον τομέα Καλαμά - Νεγράδων και στη συνέχεια ως διοικητής του αποσπάσματος Αώου της VIII Μεραρχίας.

Με τους άνδρες του αντέταξε σθεναρή άμυνα στον επιτιθέμενο εχθρό, με αποτέλεσμα την ανάσχεση της ιταλικής προέλασης και στη συνέχεια την αναστροφή του μετώπου. Είναι αυτός που συνέλαβε τους πρώτους Ιταλούς αιχμαλώτους (15 αξιωματικούς και 700 οπλίτες) και επέφερε συντριπτικό πλήγμα στην περίφημη Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια».

Κατά την αντεπίθεση του ελληνικού στρατού μέσα στο αλβανικό έδαφος ως διοικητής ανεξάρτητης μεραρχίας ανέτρεψε τα τμήματα της ιταλικής μεραρχίας «Μόντενα» και άνοιξε τον δρόμο για την κατάληψη της Πρεμετής στις 4 Δεκεμβρίου 1940. Την επόμενη ημέρα διατάχθηκε να καταλάβει τον λόφο 1220 στα βορειοανατολικά της Πρεμετής. Στις 11:20 το πρωί της 5ης Δεκεμβρίου μία βόμβα εχθρικού αεροπλάνου τον χτύπησε στο στομάχι κι ενώ ήταν έφιππος, προσπαθώντας να εμψυχώσει και να καθοδηγήσει τους στρατιώτες του, καθώς ανέμεναν ιταλική αντεπίθεση. Λίγη ώρα αργότερα, οι άνδρες του τον βρήκαν να κείτεται νεκρός.

Ο Μαρδοχαίος Φριζής διαβάστηκε από ορθόδοξο ιερέα, ελλείψει ραβίνου, και τάφηκε στην Πρεμετή. Με το άγγελμα του θανάτου, ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς έστειλε στη χήρα και τα τρία παιδιά του συλλυπητήριο τηλεγράφημα και ανακήρυξε τον Φριζή «Ήρωα της Ελλάδας». Ο Φριζής προήχθη σε συνταγματάρχη επ’ ανδραγαθία στις 15 Απριλίου 1941, αναδρομικά από την ημέρα του θανάτου του.

Το 2002 τα οστά του αναγνωρίσθηκαν και στις 23 Οκτωβρίου μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου ενταφιάστηκαν στο Ισραηλιτικό Νεκροταφείο της πόλης. Στη θρησκευτική τελετή χοροστάτησε ο συνονόματος εγγονός του, ραβίνος της Θεσσαλονίκης τότε. Ο Φριζής έχει τιμηθεί με πολλά μετάλλια, τόσο εν ζωή, όσο και μεταθανάτια. Προτομές του έχουν τοποθετηθεί έξω από το Πολεμικό Μουσείο στο Καλπάκι, στη γενέτειρά του τη Χαλκίδα και το Πολεμικό Μουσείο Αθηνών.

Ο Μαρδοχαίος Φριζής υπήρξε ένας από τους 12.898 Ελληνοεβραίους που υπηρέτησαν στις ένοπλες δυνάμεις κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-1941. Οι απώλειές τους ανήλθαν σε 513 νεκρούς και 3.743 τραυματίες.




Εμμανουήλ Παπάς: Ο αρχηγός των επαναστατημένων Ελλήνων στη Μακεδονία

 Σερραίος μεγαλέμπορος, τραπεζίτης και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Υπήρξε ο αρχηγός των εξεγερμένων Ελλήνων στη Μακεδονία κατά την Επανάσταση του 1821.

Εμμανουήλ Παπάς (1772 – 1821)

Ο Εμμανουήλ Παπάς ήταν σερραίος μεγαλέμπορος, τραπεζίτης και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Υπήρξε ο αρχηγός των εξεγερμένων Ελλήνων στη Μακεδονία κατά την επανάσταση του 1821.

Ο Εμμανουήλ Παπάς γεννήθηκε στο χωριό Δοβίστα Σερρών (νυν Εμμανουήλ Παππά) το 1772. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με το εμπόριο και απέκτησε μεγάλη περιουσία, παρά τις περιορισμένες γραμματικές γνώσεις του. Χρησιμοποίησε το αναμφισβήτητο κύρος του (και ως δανειστής των Τούρκων αγάδων) για να επιτυγχάνει ευνοϊκές αποφάσεις από την Οθωμανική Διοίκηση υπέρ των χριστιανών της περιφέρειας των Σερρών, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου απέκτησαν πολλά προνόμια, χάρη στις δικές του ενέργειες. Όταν το 1817 ο διοικητής των Σερρών, Γιουσούφ Μπέης, προσπάθησε να τον εκβιάσει για να του αποσπάσει ένα μεγάλο ποσό, αυτός κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη και χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες του δικαιώθηκε. Επειδή, όμως, ο Γιουσούφ τον απείλησε με θάνατο αν επέστρεφε στις Σέρρες, αυτός παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και ασχολήθηκε με τραπεζιτικές εργασίες.

Φλογερός πατριώτης, ο Εμμανουήλ Παπάς μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Δεκεμβρίου 1819 από τον Κωνσταντίνο Παπαδάτο, άνθρωπο του Αλέξανδρου Υψηλάντη και αμέσως προσέφερε 1.000 γρόσια για την ενίσχυση των οικονομικών της. Όταν πληροφορήθηκε για το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία και με προτροπή του ιδίου ναύλωσε το πλοίο του θρακιώτη καπετάνιου Χατζηαντώνη Βισβίζη και αφού το φόρτωσε με οπλισμό και άλλα εφόδια αναχώρησε στις 23 Μαρτίου του 1821 για το Άγιο Όρος, με στόχο να ξεσηκώσει τους Μακεδόνες κατά του Οθωμανού κατακτητή. Με κέντρο τη Μονή Εσφιγμένου, της οποίας ο ηγούμενος Ιωακείμ ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, ξεκίνησε την προετοιμασία για τη μεγάλη εξέγερση.











Ο ανδριάντας του Εμμανουήλ Παπά στην Πλατεία Ελευθερίας των Σερρών


Οι συγκρούσεις που έγιναν στον Πολύγυρο στις 17 Μαΐου μεταξύ Ελλήνων κατοίκων και Τούρκων στρατιωτών, τον ανάγκασαν να επισπεύσει την κήρυξη της επανάστασης από τις Καρυές του Αγίου Όρους, όπου οι μοναχοί τον ανακήρυξαν «Αρχηγό και Προστάτη της Μακεδονίας». Την 1η Ιουνίου κατέλαβε την Ιερισσό και προχώρησε προς τα ενδότερα της Χαλκιδικής. Σύντομα, τα Οθωμανικά στρατεύματα υπό τον διοικητή της Θεσσαλονίκης Αβδούλ Αβούδ ανέκτησαν τον έλεγχο της κατάστασης και μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του 1821 κατέστειλαν την εξέγερση. Καθοριστική ήταν η Μάχη της Κασσάνδρας (30 Οκτωβρίου), όταν οι δυνάμεις του Εμπού Λουμπούτ κυριολεκτικά πετσόκοψαν τους άνδρες του Χατζή Χριστοδούλου. Ο Παπάς μόλις που πρόλαβε να σωθεί και απογοητευμένος από την έλλειψη συμπαράστασης από τους μακεδόνες οπλαρχηγούς αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος.

Εκεί αντιμετώπισε τον κίνδυνο να συλληφθεί, καθώς οι μονές έχοντας συνθηκολογήσει με τον Αβδούλ Αβούδ, δέχθηκαν να του παραδώσουν τον Παπά για να τύχουν αμνηστίας και να απολαμβάνουν τα ίδια όπως και προηγουμένως προνόμια. Ένας μοναχός, ονόματι Κύριλλος, που ήταν επιφορτισμένος να τον συλλάβει, τον ειδοποίησε και έφυγαν μαζί με το πλοίο του Βισβίζη για την Ύδρα.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κι ενώ το πλοίο περιέπλεε τον Καφηρέα, ο Παπάς έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε σε ηλικία 49 ετών. Η κηδεία του έγινε με τιμές αρχιστρατήγου στην Ύδρα στις 5 Δεκεμβρίου του 1821. Στις 20 Νοεμβρίου του 1971 τα λείψανά του μεταφέρθηκαν και εναποτέθηκαν κάτω από τον ανδριάντα του, που βρίσκεται στην Πλατεία Ελευθερίας των Σερρών.

Ο Εμμανουήλ Παπάς υπήρξε μια από τις αγνότερες και ηρωικότερες μορφές του Αγώνα. Ανιδιοτελής, δαπάνησε όλη την τεράστια περιουσία του (300.000 δίστηλα τάλληρα) για τους σκοπούς της Επανάστασης και κατόρθωσε αν και αγνοούσε τη στρατιωτική τέχνη να διατηρήσει ζωντανή για ένα εξάμηνο την επαναστατική εστία της Χαλκιδικής.

Από τα οκτώ αγόρια του (είχε και τρία κορίτσια από τον γάμο του με τη Φαίδρα) τα τρία έπεσαν στον Αγώνα: ο Αθανασάκης Παπάς (1794-1826) πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους και αποκεφαλίστηκε στη Χαλκίδα, ο Γιαννάκης Παπάς (1798-1825) πολέμησε δίπλα στον Παπαφλέσσα και σκοτώθηκε στη Μάχη στο Μανιάκι (20 Μαΐου 1825) και ο Νικολάκης Παπάς (1803-1827) σκοτώθηκε στη Μάχη του Καματερού (27 Ιανουαρίου 1827).


Πηγή