Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2023

Άγιος Αμβρόσιος επίσκοπος Μεδιολάνων


Τὸ φθαρτὸν Ἀμβρόσιος ἐκδὺς σαρκίον,
Θείας μετέσχεν ἀμβροσίας ἀξίως.
Ἑβδόμῃ Ἀμβρόσιος ποτὶ ἄμβροτον ἤλυθεν οὖδας.


Λειτουργικά κείμενα

Το Μεγάλο Σχίσμα

 Με τον όρο «Σχίσμα» εννοούμε τη διάσπαση της αδιαίρετης κατά την πρώτη χιλιετία Χριστιανικής Εκκλησίας, που συνέβη συμβατικά το 1054...

Με τον όρο Σχίσμα εννοούμε τη διάσπαση της αδιαίρετης κατά την πρώτη χιλιετία Χριστιανικής Εκκλησίας, που συνέβη συμβατικά το 1054. Το Σχίσμα επηρεάστηκε από πολιτικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς παράγοντες, αλλά η βασική του αιτία δεν ήταν κοσμική, αλλά θεολογική. Οι Χριστιανοί της Ανατολής και της Δύσης διαφωνούσαν για τις Παπικές αξιώσεις και το Filioque.

Πολλούς αιώνες πριν από το Σχίσμα προέκυψαν ορισμένες διαφορές ανάμεσά τους, που σταδιακά τους αποξένωσαν. Αφορούσαν τον τρόπο της εκκλησιαστικής διοίκησης (Συνοδικό σύστημα στην Ανατολή, μονοκρατορία του Πάπα στη Δύση), τον τρόπο ερμηνείας της Παράδοσης (Filioque) και κυρίως τον τρόπο τέλεσης της Λατρείας (Εικονομαχία, διαφορές στη νηστεία και την τέλεση των μυστηρίων, χρήση αγαλμάτων στους ναούς της Δύσης, υποχρεωτική αγαμία για όλο τον κλήρο στη Δύση κ.ά).

Ωστόσο, η επιδείνωση των σχέσεων της Ορθόδοξης Ανατολής και της Λατινική Δύσης επιταχύνθηκε από τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις, που σημειώθηκαν κυρίως τον 8ο αιώνα, αποτέλεσμα των οποίων υπήρξε η ανασύσταση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τους Φράγκους, ως ανταγωνίστριας δύναμης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Ρώμη, που μέχρι τότε ήταν τμήμα του Βυζαντινού Κόσμου, περνούσε προοδευτικά στην επιρροή των Φράγκων, ιδιαίτερα από την εποχή του Καρλομάγνου. Από την περίοδο εκείνη υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για το λεγόμενο Μεγάλο Σχίσμα και έλλειπαν μόνο οι αφορμές που δεν άργησαν να έλθουν.

Τα δύο μεγάλα «αγκάθια» που οδήγησαν στο Σχίσμα ήταν οι Παπικές Αξιώσεις και το Filioque. Οι Παπικές Αξιώσεις συνοψίζονται στο Πρωτείο του Ποντίφικα, έναντι των άλλων τεσσάρων Πατριαρχών της Ανατολής (Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας Αντιοχείας και Ιεροσολύμων). Στη Δύση υπήρχε μόνο μία μεγάλη επισκοπική έδρα που προέβαλε το προνόμιο της ίδρυσής της από τον Απόστολο Πέτρο. Η Ορθόδοξη Ανατολή δεν αρνείται το Πρωτείο της Εκκλησίας της Ρώμης, αλλά το εντάσσει στο πλαίσιο της Συνοδικότητας.

Η άλλη μεγάλη δυσκολία ήταν το Filioque. H διαμάχη είχε σχέση με τη διατύπωση του Συμβόλου της Πίστεως («Πιστεύω») για το Άγιο Πνεύμα. Το επίμαχο σημείο, όπως διαμορφώθηκε από τις Συνόδους Νικαίας και Κωνσταντινουπόλεως και ισχύει έως σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησίας, είχε ως εξής: «…και εις το πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον…». Η Δυτική Εκκλησία παρενέβαλε μια πρόσθετη φράση «Και εκ του Υιού» (Filioque στα Λατινικά), έτσι ώστε το Σύμβολο της Πίστεως να διαβάζεται στο συγκεκριμένο σημείο: «…και εις το πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός και εκ του Υιού εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον …».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας και ο Πάπας Παύλος ΣΤ ανακάλεσαν τους αφορισμούς το 1965.
Δεν υπάρχει βεβαιότητα για το πότε παρενεβλήθη η προσθήκη, φαίνεται όμως ότι κατάγεται από την Ισπανία και χρησιμοποιήθηκε από τους εκεί Χριστιανούς ως προστασία κατά της αίρεσης του Αρειανισμού. Οι Ορθόδοξοι αποκρούουν την προσθήκη του Filioque για δύο λόγους. Τη θεωρούν θεολογικό λάθος και υποστηρίζουν ότι η όποια αλλαγή στο Σύμβολο της Πίστεως θα πρέπει να γίνει μόνο με τη σύγκληση Οικουμενικής Σύνοδος.

Η πρώτη μεγάλη αντιπαράθεση μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας σημειώθηκε το 857 με τη διαμάχη Ιγνατίου και Φωτίου για τον Θρόνο του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Στη διαμάχη επενέβη ο Πάπας Νικόλαος Β', ο οποίος έθεσε το θέμα των Πρωτείων του και αξίωσε να έχει λόγο στην εκλογή του Πατριάρχη. Η αντιπαράθεση έληξε το 869 με αμοιβαίες υποχωρήσεις και αφού ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α' ο Μακεδών είχε χρίσει Πατριάρχη τον εκλεκτό του Πάπα, Ιγνάτιο, στοχεύοντας στην υποστήριξή του, προκειμένου να κατοχυρώσει τα συμφέροντα του Βυζαντίου στην Ιταλία, που απειλούνταν από τους Φράγκους.

Η νέα διαμάχη, που έφθασε τα πράγματα στα άκρα και τη ρήξη, σημειώθηκε επί πατριαρχίας του Μιχαήλ Κηρουλάριου (1043-1059), ο οποίος θέλησε να αντιμετωπίσει αποφασιστικά την προσπάθεια του Πάπα Λέοντος Θ' (1049-1054) να επιβάλλει εκκλησιαστικές καινοτομίες στις βυζαντινές επαρχίες της Νότιας Ιταλίας. Ο Πάπας, περνώντας στην αντεπίθεση, αμφισβήτησε τον τίτλο του Οικουμενικού Πατριάρχη στον Μιχαήλ και ζήτησε να υπαχθούν στη δικαιοδοσία του οι Εκκλησίες της Βουλγαρίας και της Ιλλυρίας (σημερινής Αλβανίας).

Το επόμενο βήμα ήταν ο αφορισμός του Πατριάρχη από τον Πάπα. Ο απεσταλμένος του Πάπα στην Κωνσταντινούπολη καρδινάλιος Ουμβέρτος επέθεσε επιδεικτικά τη Βούλα Αφορισμού στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας στις 16 Ιουλίου 1054, πριν από την έναρξη της Θείας Λειτουργίας, παρόντων του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη. Αμέσως μετά, ο Ουμβέρτος και η ακολουθία του αναχώρησαν από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό τη Ρώμη, έχοντας πληροφορηθεί τον θάνατο του Νικόλαου Β'. Καθώς περνούσαν από τη δυτική πύλη της Βασιλεύουσας, ο καρδινάλιος ακούστηκε να λέει «Ο Θεός ας δει και ας κρίνει». Μάταια ένας διάκονος έτρεξε πίσω του, παρακαλώντας τον να πάρει πίσω το έγγραφο του Αφορισμού. Ο Ουμβέρτος αρνήθηκε και πέταξε το έγγραφο στον δρόμο.

Η αντίδραση του Μιχαήλ ήταν άμεση. Παρά τις επιφυλάξεις του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ' του Μονομάχου, συγκάλεσε την ενδημούσα σύνοδο στις 24 Ιουλίου και ανταφόρισε όσους Παπικούς είχαν συντάξει τον αφορισμό ή συμφωνούσαν με το περιεχόμενό του. Επιπλέον, ζήτησε από τους υπόλοιπους Πατριάρχες να αποδεχθούν την απόφαση αυτή της ενδημούσας Συνόδου. Έτσι, οριστικοποιήθηκε το Μεγάλο Σχίσμα Ανατολικής και Δυτικής Χριστιανοσύνης, το οποίο επισφραγίστηκε με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204).

Μέχρι την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους (1453) έγιναν κάποιες προσπάθειες για την επανένωση των Εκκλησιών. Προσέκρουσαν, όμως, στις αξιώσεις του Πάπα και στο ανθενωτικό κλίμα που επικρατούσε στο Βυζάντιο. Οι σημαντικότερες ήταν οι Σύνοδοι της Λυόν (1274) και της Φεράρας - Φλωρεντίας (1438-1445). Το Σχίσμα υφίσταται και σήμερα, παρά το γεγονός ότι στις 7 Δεκεμβρίου του 1965 ο Πάπας Παύλος ΣΤ' και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας ανακάλεσαν τους αφορισμούς του Πάπα Λέοντα Θ' και του Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου, με τους οποίους είχε επέλθει η ρήξη του 1054.


                                                

                                                Πηγή

Κώστας Μουσούρης

 Έλληνας ηθοποιός, θιασάρχης και διακεκριμένος σκηνοθέτης. Αποτέλεσε υψηλό παράδειγμα αγάπης για το θέατρο κι επέδειξε απόλυτο σεβασμό στο κοινό.

Κώστας Μουσούρης (1903 – 1976)

Ο Κώστας Μουσούρης ήταν ηθοποιός, θιασάρχης και διακεκριμένος σκηνοθέτης του θεάτρου. Αποτέλεσε υψηλό παράδειγμα αγάπης για το θέατρο κι επέδειξε απόλυτο σεβασμό στο κοινό, έχοντας κερδίσει το σεβασμό των πνευματικών ανθρώπων της εποχής του.

«Θιασάρχη ποιητή» τον είχε αποκαλέσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Ο Κάρολος Κουν τον χαρακτήρισε «ακούραστο στυλοβάτη του ελληνικού θεάτρου», ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε πως o Κώστας Μουσούρης «έδωσε όχι εκ του περισσεύματος της καρδιάς του, αλλά την καρδιά του ολόκληρη στο ελληνικό Θέατρο» και ο Στράτης Μυριβήλης είχε επισημάνει πως σε «κάθε παράσταση του Κώστα Μουσούρη βλέπει κανείς το μόχθο που προηγήθηκε για να υποταχθούν όλα τα στοιχεία σε μιαν ενιαία εποπτεία που φτάνει ως τις παραμικρές λεπτομέρειες».

Ο θεατρικός κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος έγραψε πως ο «Κώστας Μουσούρης υπήρξε ηθοποιός με σκηνική χάρη και φινέτσα, χωρίς να ανήκει στους χαρισματικούς εκείνους που σφράγισαν με την παρουσία τους το ρόλο τους και την ελληνική σκηνή. Οι παραστάσεις του διαπνέονταν από άκρα επαγγελματική συνείδηση και, χωρίς να διεκδικούν τον τίτλο του υψηλού καλλιτεχνικού δημιουργήματος, καλλιέργησαν την απαιτητικότητα και το γούστο τού κοινού. Οι διανομές του ήταν υποδειγματικές, οι φροντισμένες μεταφράσεις, τα σκηνικά και τα κοστούμια εξασφάλιζαν μία ποιοτική λάμψη κι ευπρέπεια στις θεατρικές του παραγωγές».

Κώστας Μουσούρης, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Σταύρος Ξενίδης. Από την παράσταση «Ωραία μου κυρία» στο θέατρο Μουσούρη (1958).
Κώστας Μουσούρης, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Σταύρος Ξενίδης. Από την παράσταση «Ωραία μου κυρία» στο θέατρο Μουσούρη (1958).
Ο Κώστας Μουσούρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1903. Σπούδασε στη σχολή της Εταιρείας του Ελληνικού Θεάτρου και το 1924 ίδρυσε με άλλους ηθοποιούς τον «Θίασο των Νέων» στο Παγκράτι.

Το 1925 πρωταγωνίστησε στο «Θέατρο Τέχνης» του Σπύρου Μελά και τον επόμενο χρόνο στο Θέατρο Κυβέλης. Το 1929 συγκρότησε δικό του θίασο μαζί με την Αλίκη (Θεοδωρίδου), κόρη της Κυβέλης. Το 1932 προσελήφθη στο Εθνικό Θέατρο και τον ίδιο χρόνο συγκρότησε νέο θίασο μαζί με την Κυβέλη, την Αλίκη, τη Μιράντα (Μυράτ) και τον Χριστόφορο Νέζερ.

Ως το 1937, οπότε χώρισε με την Αλίκη, έπαιζαν μαζί, καθώς και με άλλους γνωστούς ηθοποιούς (Λογοθετίδη, Νέζερ) δεκάδες έργα των πιο διαφορετικών νοοτροπιών. Την εποχή του πολέμου συγκρότησε επιθεωρησιακό θίασο (με τη Μαρίκα Κρεββατά, τον Κυριάκο Μαυρέα και τον Ορέστη Μακρή), που ανέβασε μεγάλες επιτυχίες της εποχής («Μπράβο Κολονέλλο», «Φινίτα λα μούζικα»).

Το 1951 ανακαίνισε το θέατρο της Πλατείας Καρύτση, το οποίο πήρε το όνομά του. Είναι το γνωστό και σήμερα «Θέατρο Μουσούρη». Συνεργάστηκε και πάλι με πλειάδα λαμπρών ηθοποιών της εποχής: Ελένη Χατζηαργύρη, Βάσω Μανωλίδου, Νίκο Τζόγια, Έλλη ΛαμπέτηΔημήτρη ΧορνΑντιγόνη ΒαλάκουΑλίκη Βουγιουκλάκη, Ελένη Χατζηαργύρη, Τζένη Καρέζη, Τζένη Ρουσσέα και Γιώργο Μιχαλακόπουλο.

Ο Κώστας Μουσούρης με την Τζένη Καρέζη στην ιστορική παράσταση «Φανή» του Μαρσέλ Πανιόλ, που έκοψε περισσότερα από 55.000 εισιτήρια (1961).
Μερικές από τις μεγάλες επιτυχίες του που σημάδεψαν την καλλιτεχνική του διαδρομή: «Τρεις αδελφές» του Άντον Τσέχοφ, «Λουίζα Μίλερ» του Φρίντριχ Σίλερ, «Πυγμαλίων» του Τζορτζ Μπέρναρ Σο, «Πρόσκληση στον πύργο» του Ζαν Ανούιγ, «Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» των Γκούντριχ και Χάκετ, «Η κληρονόμος» των Ρουθ και Ογκάστους Γκέτζ, «Πεγκ, καρδούλα μου» του Τζον Χάρτλεϊ Μάνερς, «Το κουρέλι» του Ντάριο Νικοντέμι, «Φωτοφίνις» του Πίτερ Ουστίνοφ και «Ένα παράξενο ζευγάρι» Νιλ Σάιμον.

Ως ηθοποιός είχε μικρή παρουσία στον κινηματογράφο. Έπαιξε σε μόλις τέσσερις ταινίες: «Έρως στα Κύματα» (1928) και «Αστέρω» (1929) του Δημήτρη Γαζιάδη, «Αγνούλα» (1939) του Αλεβίζε Ορφανέλι και «Όλα για το παιδί της» (1958) του Κώστα Στράντζαλη. Ο Μουσούρης ασχολήθηκε και με την ποίηση. Τα ποιήματά του διακρίθηκαν για τον λυρισμό τους.

Από το 1950 έως το 1964 διετέλεσε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου (ΠΕΕΘ). Είχε τιμηθεί με τον Χρυσό Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος Γεωργίου Α’, τον Χρυσό Ταξιάρχη του Φοίνικος, το Αργυρό κλειδί της πόλεως των Αθηνών και το Αργυρό Μετάλλιο του συλλόγου Αθηναίων.

Ο Κώστας Μουσούρης άφησε την τελευταία του πνοή σε κλινική της Αθήνας στις 7 Δεκεμβρίου 1976. Είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο.

Η κηδεία του έγινε το απόγευμα της ίδιας ημέρας, στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας. Παραβρέθηκαν o πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο αρχηγός της ΕΔΗΚ Γεώργιος Μαύρος, οι Αλέξης ΜινωτήςΚάρολος Κουν, Πέτρος Χάρης, Δημήτρης ΜυράτΜάνος ΚατράκηςΆννα ΣυνοδινούΓιώργος ΦούνταςΑλίκη Βουγιουκλάκη, Βέρα Κρούσκα, Αντιγόνη Βαλάκου, Νίκος Χατζίσκος και πολλοί ακόμη άνθρωποι του θεάτρου και των γραμμάτων. Της νεκρώσιμης ακολουθίας χοροστάτησε ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Πυρουνάκης, ο οποίος εκφώνησε και επικήδειο. Επικήδειους εκφώνησαν, επίσης, εκπροσωπώντας τους αντίστοιχους συνδικαλιστικούς φορείς, ο Θεόδωρος Κρίτας (ΠΕΕΘ), ο Βάσος Ανδρονίδης (ΣΕΗ) και ο Βασίλης Μεσολογγίτης (ΠΟΘΑ). Επίσης, σε όλα τα θέατρα διαβάστηκε το βράδυ, πριν από την παράσταση, κείμενο που αναφερόταν στη μνήμη του Κώστα Μουσούρη.



                                 Πηγή

Η Επίθεση στο Περλ Χάρμπορ

 Από τα σημαντικότερα επεισόδια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέβη στις 7 Δεκεμβρίου 1941, όταν ιαπωνικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ στη Χαβάη...


Από τα σημαντικότερα επεισόδια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέβη στις 7 Δεκεμβρίου 1941, όταν ιαπωνικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ στη Χαβάη, όπου ναυλοχούσε ο Αμερικανικός Στόλος του Ειρηνικού. Η επίθεση αυτή, που ήταν η πρώτη σε αμερικανικό έδαφος από το 1812, είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο.

Οι σχέσεις ΗΠΑ και Ιαπωνίας ήταν ήδη τεταμένες από τις αρχές της δεκαετίας του '30. Οι Αμερικανοί αντιδρούσαν στην επεκτατική πολιτική της Ιαπωνίας στην Κίνα και την Ινδοκίνα με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων. Το καλοκαίρι του 1941 κλιμάκωσαν τον οικονομικό πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, με την επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου. Από την πλευρά της, η Ιαπωνία θεώρησε εχθρική ενέργεια το πετρελαϊκό εμπάργκο των Αμερικανών και ήθελε να τους δώσει ένα μάθημα, χωρίς όμως να προκαλέσει την έξοδό τους στον πόλεμο. Γι' αυτό δεν επιτέθηκε στις κτήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, που ήταν ο πιστός σύμμαχός τους στην περιοχή.

Το ιαπωνικό επιτελείο αποφάσισε ένα προληπτικό χτύπημα στη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ, με διπλό στόχο: αφενός θα εξάρθρωνε τον αμερικανικό στόλο του Ειρηνικού και αφετέρου θα διασφάλιζε την πρόσβαση στις πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές του Δυτικού Ειρηνικού και κυρίως στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία). Την ίδια περίοδο, στα μέτωπα της Ευρώπης οι Σοβιετικοί είχαν αποκρούσει την επίθεση των Γερμανών στη Μόσχα και περνούσαν στην αντεπίθεση. Η χώρα μας βίωνε έναν εφιαλτικό χειμώνα κάτω από την μπότα του γερμανού κατακτητή, με χιλιάδες νεκρούς από την έλλειψη τροφίμων. Στο βορειοαφρικανικό μέτωπο, ο Ρόμελ είχε ακόμη το πάνω χέρι έναντι των Συμμάχων.

Η διαταγή για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ δόθηκε από τον αρχιναύαρχο Ισορούκου Γιαμαμότο στον επικεφαλής της επιχείρησης ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο την 1η Δεκεμβρίου 1941. Στο Περλ Χάρμπορ, που βρισκόταν στο νησί Ουάχου της Χαβάης, ναυλοχούσαν 104 πλοία (πολεμικά και συνοδείας) και στάθμευαν 390 αεροσκάφη. Επικεφαλής των ναυτικών δυνάμεων ήταν ο ναύαρχος Χάσμπαντ Κίμελ και των χερσαίων ο στρατηγός Γουόλτερ Σορτ. Η ναυτική δύναμη των Ιαπώνων με επικεφαλής 6 αεροπλανοφόρα απέπλευσε δυτικά, χωρίς να επισημανθεί από τους Αμερικανούς και έφθασε 275 ναυτικά μίλια βόρεια των Νησιών Χαβάη. Από το σημείο αυτό θα εξαπέλυαν την επίθεσή τους στο Περλ Χάρμπορ, με αλλεπάλληλα αεροπορικά κύματα.

Φωτογραφία από ιαπωνικό αεροσκάφος
Στις 3:42 π.μ. της 7ης Δεκεμβρίου το αμερικανικό ναρκαλιευτικό «Condor» εντόπισε ένα γιαπωνέζικο υποβρύχιο τσέπης λίγο έξω από το Περλ Χάρμπορ. Καταδιώχθηκε και βυθίστηκε στις 6:37 π.μ. από το αντιτορπιλικό «Ward», που έριξε τα πρώτα αμερικανικά πυρά στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν ένα από τα πέντε μικρά υποβρύχια, που θα επιχειρούσαν και θα κατέστρεφαν αμερικανικά πλοία κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιθέσεων.

Η κύρια επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ εκδηλώθηκε στις 7:48 π.μ. με το πρώτο κύμα των αεροπλάνων, που διοικούσε πλοίαρχος Μιτσούο Φουτσίντα. Ήταν Κυριακή και επικρατούσε γενική χαλάρωση. Τα αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροπλάνα, αλλά οι αρμόδιοι αξιωματικοί τα θεώρησαν φίλια, καθώς περίμεναν την άφιξη σμήνους βομβαρδιστικών Β-17.

Οι Αμερικανοί πιάστηκαν στην κυριολεξία στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν άμεσα. Τα αεροπλάνα τους καταστράφηκαν στο έδαφος, αφού ήταν παρκαρισμένα το ένα δίπλα στο άλλο για τον φόβο σαμποτάζ. Οι βόμβες και οι τορπίλες των γιαπωνέζικων αεροπλάνων έπληξαν και πολλά πολεμικά πλοία. Ακολούθησε λίγο αργότερα ένα δεύτερο κύμα αεροπλάνων με επικεφαλής τον πλωτάρχη Σιγκεκάζου Σιμαζάκι, αλλά αυτή την φορά οι Αμερικανοί είχαν προετοιμασθεί στοιχειωδώς για να αντιμετωπίσουν τους επιτιθέμενους.

Στα 90 λεπτά που κράτησε συνολικά η από αέρος επίθεση των Ιαπώνων, 2.386 Αμερικανοί (στρατιωτικοί και πολίτες) έχασαν τη ζωή τους και 1.139 τραυματίστηκαν. 188 αεροπλάνα καταστράφηκαν, 155 υπέστησαν ζημιές, 5 πλοία βυθίσθηκαν και 13 τέθηκαν εκτός μάχης. Οι Αμερικανοί, όμως, κατόρθωσαν να διατηρήσουν ανέπαφα τα δίκτυα της επιμελητείας (ναυπηγεία και δεξαμενές καυσίμων). Από την πλευρά τους, οι Γιαπωνέζοι έχασαν 64 άνδρες (55 αεροπόρους και 9 ναυτικούς), 29 αεροπλάνα και τα 5 υποβρύχια τσέπης.

Η απροσδόκητη αυτή επίθεση συνένωσε την αμερικανική κοινή γνώμη και εξάλειψε κάθε σκέψη για ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επομένη, 8 Δεκεμβρίου 1941, ο πρόεδρος Ρούσβελτ χαρακτήρισε «μέρα ντροπής για το αμερικανικό έθνος την 7η Δεκεμβρίου» και το Κογκρέσο χωρίς ενδοιασμούς κήρυξε τον πόλεμο κατά του Άξονα, με μια μόνο αρνητική ψήφο, της πασιφίστριας βουλευτού του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Τζάνετ Ράνκιν. Ο «κοιμώμενος γίγαντας» ξύπνησε και άλλαξε τις ισορροπίες στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Από στρατιωτικής πλευράς, το χτύπημα δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τις ΗΠΑ, αφού οι γιαπωνέζοι δεν κατόρθωσαν να καταστρέψουν τις εγκαταστάσεις επιμελητείας των Αμερικανών. Αυτός θα ήταν ο στόχος του τρίτου κύματος της αεροπορικής επίθεσης, που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, λόγω δισταγμών του ναυάρχου Γιαμαμότο.

Επίσης, έμειναν ανέπαφα τα αεροπλανοφόρα και τα υποβρύχια, που θα σήκωναν το κύριο βάρος του πολέμου στον Ειρηνικό και θα αντέστρεφαν το αρχικό πλεονέκτημα των Ιαπώνων. Αυτό έδωσε το δικαίωμα σε κάποιους συγγραφείς να υποστηρίξουν ότι η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ ήταν εν γνώσει του Προέδρου Ρούσβελτ, ο οποίος την άφησε να εξελιχθεί για να κάμψει την αντίδραση των ουδετερόφιλων Αμερικανών και να βάλει τη χώρα στον πόλεμο, όπως επιθυμούσε και ο Τσόρτσιλ.

Οι πρώτοι που πλήρωσαν για το φιάσκο του Περλ Χάρμπορ ήταν οι διοικητές του νησιού, ο ναύαρχος Κίμελ και ο στρατηγός Σορτ, που απαλλάχτηκαν των καθηκόντων τους και αποστρατεύτηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Ήταν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, που φορτώθηκαν τα λάθη των προϊσταμένων τους στην Ουάσινγκτον και την αδράνεια των υπηρεσιών πληροφοριών, που άφησαν τους Ιάπωνες να δράσουν ανενόχλητοι.

Το Περλ Χάρμπορ στον Κινηματογράφο

  • «Τόρα, Τόρα, Τόρα», αμερικανοϊαπωνική παραγωγή του 1970, σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Φλάισερ, Κίντζι Φουκασάκου και Τόσιο Μασούντα. Πρωταγωνιστούν: Μάρτιν Μπάλσαμ, Τζόζεφ Κότεν και Τζέισον Ρόμπαρτς. (Διάρκεια 144')
  • «Περλ Χάρμπορ», αμερικανική παραγωγή του 2001, σε σκηνοθεσία Μάικλ Μπέι. Πρωταγωνιστούν: Μπεν Άφλεκ, Τζος Χάρτνετ και Κέιτ Μπεκινσέιλ. (Διάρκεια 183')
  • «Από εδώ έως την αιωνιότητα», αμερικανική παραγωγή του 1953, σε σκηνοθεσία Φρεντ Ζίνεμαν. Πρωταγωνιστούν: Μπαρτ Λάνκαστερ, Ντέμπορα Κερ και Μοντγκόμερι Κλιφτ. (Διάρκεια 118').

Πηγή