Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός οι Ανάργυροι και θαυματουργοί



Εἰ καὶ παρῆκαν γῆν Ἀνάργυροι δύω,
Πληροῦσιν, ὡς πρίν, καΙ πάλιν γῆν θαυμάτων.
Πρώτῃ Ἀκέστορε φῶτε Νοεμβρίου ἔκπτατον ἐκ γῆς.


Λειτουργικά κείμενα

Δαυίδ Μέγας Κομνηνός

 O τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας. Χαρακτηρίστηκε νεομάρτυρας και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο την 1η Νοεμβρίου.

Δαυΐδ Μέγας Κομνηνός (1408 – 1463)

Ο Δαυίδ Μέγας Κομνηνός υπήρξε ο τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας (1458-1461), της ύστατης έπαλξης του Βυζαντίου στη Μικρά Ασία. Τον Ιούλιο του 2013 χαρακτηρίστηκε νεομάρτυρας και αγιοκατατάχθηκε με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο την 1η Νοεμβρίου, την ημέρα του μαρτυρίου του.

Ο Δαυίδ γεννήθηκε το 1408 στην Τραπεζούντα του Πόντου και ήταν ο τρίτος γιος του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Αλέξιου Δ’ (1417-1429) και της Θεοδώρας Καντακουζηνής και αδελφός του αυτοκράτορα Ιωάννη Δ’ του επονομαζόμενου Καλογιάννη (1429-1458). Η ονομασία Μέγας Κομνηνός χρησιμοποιήθηκε απ’ όλους τους αυτοκράτορες της Τραπεζούντας για να διακρίνονται από τους άλλους κλάδους της μεγάλης βυζαντινής οικογένειας των Κομνηνών.

Ο Δαυίδ ανέλαβε την εξουσία το 1458 μετά τον θάνατο του αδελφού Ιωάννη Δ’ ως επίτροπος του ανήλικου νόμιμου διαδόχου Αλεξίου Ε’, που ήταν τεσσάρων μόλις ετών. Με την υποστήριξη της ισχυρής οικογένειας των Καβασιτών παραγκώνισε τον Αλέξιο κι έλαβε τον τίτλο του αυτοκράτορα.

Όπως και ο προκάτοχός του, αγωνίστηκε με συμμαχίες στην Ανατολή και με διπλωματικές κινήσεις στην Ευρώπη να δημιουργήσει κοινό μέτωπο εναντίον
του Μωάμεθ Β’. Ο Πορθητής οργάνωσε μεγάλη εκστρατεία στη Μικρά Ασία το 1460, διέσπασε τις συμμαχίες του Δαβίδ, τρομοκράτησε τους αντιπάλους του και πολιόρκησε την Τραπεζούντα.

Ο Δαβίδ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει κάθε ιδέα για μία άνιση πολεμική αναμέτρηση με τον Μωάμεθ. Πείστηκε και από ορισμένους Τραπεζούντιους άρχοντες, που ήταν πρόθυμοι να υποταχθούν στους Τούρκους. Μεταξύ αυτών ήταν και ο πρωτοβεστιάριος Γεώργιος Αμοιρούτζης, ο οποίος ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις.

Στις 15 Αυγούστου 1461, ο Δαυΐδ αποφάσισε να παραδώσει την Τραπεζούντα στον Μωάμεθ με τον όρο να μην καταστραφεί και να μη βασανιστούν οι πολίτες της. Ο Δαυίδ με την οικογένειά του εγκατέλειψε την πόλη, οι δε κάτοικοί της

υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν στα περίχωρά της.

Ο Δαυίδ εγκαταστάθηκε στην Αδριανούπολη με πολλούς ευγενείς των μεγάλων οικογενειών της Τραπεζούντας, και ο Μωάμεθ του εξασφάλισε μεγάλα πλούτη από εκτάσεις στην περιοχή του Στρυμώνα, που του απέφεραν 300.000 αργυρά νομίσματα. Όμως ο Σουλτάνος θεωρούσε τον Δαυίδ σύμβολο της καταλυθείσας αυτοκρατορίας, που θα μπορούσε να συσπειρώσει τους χριστιανούς της αυτοκρατορίας του και να αμφισβητήσει την εξουσία του.

Ο Μωάμεθ με μια χαλκευμένη κατηγορία και με τη βοήθεια του Αμοιρούτζη, που είχε ενσωματωθεί πλήρως στο οθωμανικό περιβάλλον, συνέλαβε τον Δαυίδ, τους τρεις γιους του και τον ανιψιό του Αλέξιο. Τους φυλάκισε στο Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ) της Κωνσταντινούπολης και με διαταγή του, την 1η Νοεμβρίου 1463, θανατώθηκαν.

Στις 10 Ιουλίου 2013 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως αποφάσισε την αγιοκατάταξη του Δαυίδ, τριών από τα παιδιά του (Βασίλειος, Γεώργιος, Μανουήλ) και του ανιψιού Αλέξιου Ε’, ύστερα από πρόταση του Μητροπολίτη Δράμας Παύλου, την οποία ενέκρινε και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η μνήμη τους αποφασίστηκε να τιμάται κάθε χρόνο την 1η Νοεμβρίου, την ημέρα του μαρτυρίου τους.


Πηγή

Τα Ορεστειακά

 Ως «Ορεστειακά» έμειναν στην ιστορία οι αιματηρές συγκρούσεις που σημειώθηκαν το Νοέμβριο του 1903, με αφορμή την παράσταση της «Ορέστειας» του Αισχύλου μεταφρασμένης στη Δημοτική.

Το πρόγραμμα της παράστασης

Ως Ορεστειακά έμειναν στην ιστορία οι αιματηρές συγκρούσεις που σημειώθηκαν το Νοέμβριο του 1903 για την προάσπιση της αρχαίας ελληνικής παράδοσης, με αφορμή την παράσταση της «Ορέστειας» του Αισχύλου μεταφρασμένης στη δημοτική. Αποτέλεσαν συνέχεια των Ευαγγελικών και εκφράζουν με τον πιο διάχυτο τρόπο την ιδεολογική σύγχυση και τις εθνικές ανησυχίες που μάστιζαν την περίοδο εκείνη τον ελληνικό λαό: Από τη μια ανδρωμένο το κίνημα του δημοτικισμού και από την άλλη το μέτωπο του συντηρητισμού που καιροφυλακτούσε.

Το οξύμωρο των «ορεστειακών» συλλαλητηρίων ήταν ότι ενώ το χρηματοδοτούμενο από το βασιλιά Γεώργιο Α' Βασιλικό Θέατρο κάνει ένα νεωτεριστικό άνοιγμα, αποφασίζοντας να χρηματοδοτήσει αρχαίο θέατρο σε μετάφραση, έχει απέναντί του το Πανεπιστήμιο και τη δήθεν προοδευτική φοιτητική πρωτοπορία που υπερασπιζόταν συντηρητικές απόψεις.

Ύστερα από 2.461 χρόνια, όπως υπενθύμιζε εφημερίδα της εποχής, η «Ορέστεια» ανέβηκε από το Βασιλικόν (Εθνικό σήμερα) Θέατρο, υπό τη φωτισμένη καθοδήγηση του Στέφανου Στεφάνου, διευθύνοντα γραμματέα του θεάτρου και πρωτοπόρου ποιητή, μεταφρασμένη σε απλή νεοελληνική γλώσσα (συντηρητική δημοτική) από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Γεώργιο Σωτηριάδη -«ευρυμαθούς ελληνιστού και διαπρεπούς αρχαιολόγου».

Η πρώτη παράσταση δόθηκε το Σάββατο 1 Νοεμβρίου 1903. Η Μαρίκα Κοτοπούλη ενσάρκωνε την Αθηνά Παλλάδα και απήγγελλε το «Χαίρε της Τραγωδίας» του Κωστή Παλαμά. Η μουσική ήταν του Στάνφορντ, εκτελούμενη υπό της ορχήστρας του Ι. Καίσαρη. Την επομένη, η εφημερίδα «Καιροί» χαρακτήριζε την Κοτοπούλη «ηθοποιό του μέλλοντος».

Στις 8 Νοεμβρίου η εφημερίδα «Πρωία» φροντίζει να προετοιμάσει ψυχολογικά τους αναγνώστες της για τη διάλεξη του αρχαιομανούς και γλωσσαμύντορος καθηγητή Πανεπιστημίου Γεωργίου Μιστριώτη, ιδρυτή το 1876 της «Υπέρ της διδασκαλίας αρχαίων δραμάτων Εταιρείας». Στις 9 Νοεμβρίου ο Παύλος Νιρβάνας στο χρονογράφημά του στο πρωινό «Άστυ» σημειώνει διορατικά: «Διατρέχομεν πάλιν ημέρας ρητορικής και φιλολογικοπατριωτικών εξάρσεων». Το βράδυ έχει διάλεξη ο Μιστριώτης. Οι φοιτητές, ξαναμμένοι από τον καθηγητή τους, καλούν τον ελληνικό λαό σε ανταρσία.

Ανακοινώνονται νέες παραστάσεις του Βασιλικού Θεάτρου για τις 15 και 16 Νοεμβρίου. Στις 15 Νοεμβρίου ξεκινούν στη Φιλοσοφική Σχολή συζητήσεις και εκλέγεται επιτροπή «ήτις εκθύμως να εργασθή προ του κινδύνου ον διατρέχει η εθνική μας γλώσσα». Το απόγευμα, ο Μιστριώτης βγάζει νέο επιθετικό λόγο: «Εγώ παραιτούμαι, ας έλθη ο Παλαμάς να διδάξη». Οι φοιτητές φωνάζουν συκοφαντικά συνθήματα.







Εφημερίδα εποχής

Την επομένη, στις 3 μ.μ. συγκεντρώνονται στο καφενείο του «Γαμβέττα», κάνουν πορεία προς το Βασιλικό Θέατρο και καλούν το λαό σε συμπαράσταση - διαδήλωση: «Ζήτω το Πανεπιστήμιον», «Ζήτω ο Μιστριώτης» φωνάζουν. Στη Σταδίου και στα Προπύλαια ξεσπούν επεισόδια. Φοιτητές και στρατός συμπλέκονται, πέφτουν έξι πυροβολισμοί και ακολουθεί ομοβροντία. Μια σφαίρα στρατιωτικού πετυχαίνει στο στήθος τον 22χρονο εφημεριδοπώλη Ι. Μαντά, άλλοι μιλούν για δύο νεκρούς και εφτά τραυματίες. Πυροσβεστικές αντλίες παρατάσσονται μπροστά από το σημερινό κινηματογράφο «Κοτοπούλη» και περιφρουρούν το χώρο γύρω από το Βασιλικό Θέατρο. Στις 9:30 μ.μ. η παράσταση ξεκινά χωρίς επεισόδια.

Η «Αστραπή», δεμένη στο άρμα του Μιστριώτη, στις 17 Νοεμβρίου κακίζει την κυβέρνηση και τις αρχές, γιατί προτίμησαν την «πλήρωσιν του παραλόγου πείσματός τους». Στις 20 Νοεμβρίου ξεκινούν ανακρίσεις για τα επεισόδια και καλούνται να καταθέσουν διευθυντές εφημερίδων. Στις 17 Δεκεμβρίου ο Γεώργιος Μιστριώτης απολογείται στον ανακριτή και την επομένη στο μάθημά του λέγει στους φοιτητές: «Εξορκίζω υμάς, ίνα μαρτυρήσετε προ του μεγάλου τού Έθνους δικαστηρίου αν είπον τι κατά της καθεστηκυίας τάξεως». Στις 14 Ιανουαρίου 1904 ανακοινώνεται ψήφισμα υπέρ του Γ. Μιστριώτη από την «Εταιρεία υπέρ της διδασκαλίας αρχαίων ελληνικών δραμάτων».

Στις 25 Ιανουαρίου 1904 δημοσιεύεται στις εφημερίδες το βούλευμα του εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών Μπενή-Ψάλτη για τις ταραχές. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Χρόνος», «κατά την δίοδον της ανακρίσεως ταύτης εφυλακίσθησαν δυνάμει εντάλματος του ανακριτού οι κατηγορούμενοι (αναγράφονται 11 ονόματα, κυρίως φοιτητών• ανάμεσά τους και του Γ. Μιστριώτη) και εξεδόθησαν εντάλματα συλλήψεως και ταύτης μη επιτευχθείσης, κατασχετήρια κατά των φυγοδικούντων κατηγορουμένων» (αναγράφονται 22 ονόματα φοιτητών).

Σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Γ. Αγγελέα, Δ. Ιωαννίδη, Π. Τσιτσεκλή: «Επειδή ως προς τον κατηγορούμενον κ. Γ. Μιστριώτην εκ της ενεργηθείσης λεπτομερώς ανακρίσεως ενδείκνυται και διά μακρών ο εισαγγελεύς εν τη προτάσει του εκτίθησιν ότι ο κατηγορούμενος ούτος παριστών εαυτόν ως μη ώφειλεν ως μόνον κατέχοντα το μονοπώλιον του πατριωτισμού, ίσως δε και άλλους σκοπούς επιδιώκων διά λόγου του εκφωνηθέντος την 9ην Νοεμβρίου π.ε. και δι' ιδιαιτέρων ομιλιών και δημοσιογραφικών συνεντεύξεων προκάλεσεν εξέγερσιν εις τα πνεύματα των φοιτητών επί αφορμή του γλωσσικού ζητήματος (...). Διά ταύτα παραπέμπει εις το ακροατήριον των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών του (11 φοιτητές) ίνα δικασθώσιν ως υπαίτιοι».

Η «Εστία», η οποία από τις 17 Νοεμβρίου 1903 αποκαλούσε τον Μιστριώτη «πρωταίτιο», «αρχιυποκινητή του εκτροχιασμού», «γέροντα πατέρα της φοιτητικής νεολαίας», δημοσιεύει το βούλευμα: «Ο Μιστριώτης διέδωκε ψευδείς φήμας περί υπάρξεως εταιρίας αντεθνικής (...) επιρρίψας όμως αναληθείς και ανυπόστατους αντιπατριωτικάς και αυτόχρημα προδοτικάς ενεργείας καθ' υψηλών προσώπων (...) προσκληθείς υπό της Αρχής να δηλώση σαφώς και ωρισμένως τα υπ' αυτού επιπολαίως προς εξέγερσιν σπερμολογηθέντα (...) ο κατηγορούμενος ούτος εις τας ανωτέρω πράξεις του προέβη εκ δολίας προαιρέσεως και κατά συνέπειαν δέον, κατά την κρίσιν του συμβουλίου, να παύση η κατ' αυτού καταδίωξις ως αρχηγού της στάσεως».

Αντί να αποθαρρύνουν τον Γεώργιο Μιστριώτη οι κατηγορίες, εκείνος στις 29 Ιανουαρίου πήγε στο μάθημά του και μίλησε στην «ευγενή του Πανεπιστημίου νεολαία»…






                 Πηγή

Αλέξανδρος Διάκος

 Αξιωματικός του Πεζικού, ο πρώτος έλληνας αξιωματικός που έπεσε στο πεδίο της μάχης κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, στα βουνά της Πίνδου...

Αλέξανδρος Διάκος (1911 – 1940)

Αξιωματικός του Πεζικού, ο πρώτος πεσών Έλληνας αξιωματικός κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.

Ο Αλέξανδρος Διάκος γεννήθηκε στην τουρκοκρατούμενη Χάλκη της Δωδεκανήσου το 1911 και μεγάλωσε στη Ρόδο, όπου περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Από μαθητής ακόμη, έδειξε γενναιότητα ­ψυχής και ελληνικό φρόνημα. Κατά τη διάρκεια της Ιταλικής Κατοχής της Δωδεκανήσου, συνελήφθη και κρατήθηκε, όταν σε επέτειο της 25ης Μαρτίου κατέβασε την ιταλική σημαία από το ελληνικό γυμνάσιο της Ρόδου και ανάρτησε την ελληνική.

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος τον βρήκε διοικητή του 2ου λόχου του 1ου τάγματος του 4ου συντάγματος Πεζικού της Λάρισας. Το τάγμα του ανήκε στις πρώτες μονάδες που έσπευσαν να ενισχύσουν το Μικτό Απόσπασμα Πίνδου, που διοικούσε ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης και δεχόταν το βάρος της ιταλικής επίθεσης. Έτσι, την 31η Οκτωβρίου 1940 στρατοπέδευσε με το λόχο του στο μικρό χωριό Ζούζουλη της Καστοριάς, που βρίσκεται στη Βόρεια Πίνδο, σε υψόμετρο 1060 μέτρων.

Το πρωί της 1ης Νοεμβρίου, στο πλαίσιο της ελληνικής αντεπίθεσης, λαμβάνει τη διαταγή να επιτεθεί και να καταλάβει την Τσούκα, ένα απότομο και καλυμμένο βουνό, που ορθώνεται δυτικά της Ζούζουλης και το οποίο κατείχαν οι Ιταλοί Αλπινιστές. Η επίθεση ξεκινά με τους άνδρες του λόχου του να σκαρφαλώνουν στις απότομες ράχες τής Τσούκας ακροβολισμένοι με τον Διάκο μπροστά, όταν ξαφνικά ακούγεται το κροτάλισμα των ιταλικών πολυβόλων και οπλοπολυβόλων. Οι έλληνες στρατιώτες συνεχίζουν την εφόρμησή τους και με τη λόγχη των όπλων τους καταλαμβάνουν το ύψωμα.

Όμως, θα κρατηθεί για λίγο, καθώς μία ισχυρή ιταλική αντεπίθεση αναγκάζει το λόχο να αναδιπλωθεί στη βάση της κορυφής. «Πρέπει να ξαναπάρουμε το ύψωμα», φωνάζει ο Διάκος στους φαντάρους του κι επί κεφαλής του λόχου σε μία θυελλώδη εξόρμηση ξαναπαίρνει την Τσούκα, για να συμπτυχθεί και πάλι στη βάση του υψώματος κατόπιν νέας ισχυρής ιταλικής αντεπίθεσης. Ο Διάκος και πάλι δεν απελπίζεται.

Στις 12 το μεσημέρι συγκεντρώνει για τρίτη φορά τους άνδρες τού λόχου του και τους ωθεί για νέα επίθεση. «Εμπρός, παιδιά, για μια ελεύθερη Ελλάδα και για μια ελεύθερη Δωδεκάνησο» τους φωνάζει και ορμάει με τους άνδρες του με τη λόγχη εφ’ όπλου κατά των Ιταλών. Η πρώτη εχθρική γραμμή καταλαμβάνεται και πάλι.

Ο λόχος συνεχίζει την επίθεση, όταν ξαφνικά ο Διάκος αντικρίζει απέναντί του ένα ιταλικό πολυβόλο. «Προσέξατε, κύριε υπολοχαγέ», του φωνάζει ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Ελευθέριος Ντάσκας. Όρθιος ο Διάκος σημαδεύει με το όπλο του τον ιταλό πολυβολητή, αλλά το ξερό κροτάλισμα του πολυβόλου συνεχίζεται και ο Διάκος πέφτει νεκρός. Είναι ο πρώτος έλληνας αξιωματικός, που πέφτει στο πεδίο της μάχης στα βουνά της Πίνδου. Οι άνδρες του συνεχίζουν την επίθεση και με τη βοήθεια και άλλων ελληνικών τμημάτων καταλαμβάνουν οριστικά την Τσούκα.

Η σωρός του Διάκου μεταφέρθηκε και τάφηκε στο μικρό νεκροταφείο της Ζού­ζουλης. Το ελληνικό κράτος τίμησε τον ηρωικό αξιωματικό και τον προήγαγε στο βαθμό του λοχαγού επ’ ανδραγαθία. Οδοί με το όνομά του υπάρχουν στην πόλη της Ρόδου, στην Αθήνα, στη Λάρισα, τα Ιωάννινα και την Τρίπολη. Άγαλμά του, έργο του γλύπτη Κώστα Βαλσάμη, έχει στηθεί στην πόλη της Ρόδου.


Πηγή