Η Αγία Σεβαστιανή καταγόταν από την πόλη Σεβαστή της Φρυγίας και διδάχτηκε τη χριστιανική πίστη από τον απόστολο Παύλο, και πήρε τη θερμότητα και την ανδρεία του διδασκάλου της.
Η Αγία Σεβαστιανή έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. και χρησιμοποιούσε τη ζωή της κάθε μέρα για την αλήθεια του Ευαγγελίου (στη Μαρκιανούπολη της Θράκης). Πήγαινε σε σπίτια ειδωλολατρών και είλκυε πολλές γυναίκες απ' αυτούς στους κόλπους της Εκκλησίας. Συνελήφθη γι' αυτό επί αυτοκράτορας Δομετιανού και ηγεμόνος Σεργίου, κακοποιήθηκε και εξεδιώχθη από τον τόπο της.
Έφθασε στην Ηράκλεια της Θράκης όπου πάλι συνελήφθη, από τον ηγεμόνα Πομπηιανό, και φυλακίστηκε. Αλλά η γυναικεία της φύση, ντρόπιασε τους βασανιστές της. Οι υποσχέσεις δεν τη δελέασαν, οι απειλές δεν την έκαμψαν, και κάτω από βαριά μαρτύρια στάθηκε όρθια με όλη της τη γενναιοψυχία. Οι σάρκες της αγίας Σεβαστιανής σχίζονταν, αλλά τα χείλη, όπως και η καρδιά της, εξακολουθούσαν να υμνούν τον Χριστό. Τελικά, η μεγάλη αυτή αθλήτρια της Εκκλησίας μας, παρέδωσε τη ζωή της με τον δια αποκεφαλισμού θάνατο και ετάφη στη Ραιδεστό.
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 1071 έως το 1078. Ανήκε στη δυναστεία των Δουκάδων (1059-1081)...
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 1071 έως το 1078. Ανήκε στη δυναστεία των Δουκάδων (1059-1081), που ήλκε την καταγωγή της από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας. Ήταν γνωστός και με το παρατσούκλι Παραπινάκιος ή Παραπινάκης, επειδή πουλούσε το σιτάρι στους υπηκόους του ελλιποβαρές («παρά πινακίω»).
Ο Μιχαήλ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1050. Ήταν ο πρεσβύτερος γιος του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι' Δούκα (1006-1067) και της δεύτερης συζύγου του Ευδοκίας Μακρεμβολίτισσας (1021-1096), κόρη του ευγενή Ιωάννη Μακρεμβολίτη και ανιψιάς του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλάριου.
Ο Μιχαήλ ορίστηκε από τον πατέρα του διάδοχος και στέφθηκε συμβασιλιάς το 1059. Ο Κωνσταντίνος Ι' πέθανε στις 22 Μαΐου 1067 και η Ευδοκία, παρότι είχε δώσει γραπτό όρκο να μην τελέσει άλλο γάμο μετά τον θάνατο του συζύγου της, αθέτησε τη δέσμευσή της και παντρεύτηκε την Πρωτοχρονιά του 1068 τον στρατηγό Ρωμανό Δ' Διογένη, στον οποίο προσέφερε το στέμμα, αγνοώντας τα δικαιώματα του ανήλικου τέκνου της επί του θρόνου.
Μετά την καταστροφική ήττα του Ρωμανού στο Ματζικέρτ από τους Σελτζούκους Τούρκους (26 Αυγούστου 1071), ο Μιχαήλ ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας με τη βοήθεια του θείου του καίσαρα Ιωάννη Δούκα και της αριστοκρατίας της Κωνσταντινούπολης, στις 24 Οκτωβρίου 1071. Η πρώτη ενέργεια του νέου αυτοκράτορα ήταν να τυφλώσει τον προκάτοχό του και να τον στείλει στην εξορία, ενώ συνέλαβε και τη μητέρα του Ευδοκία, την οποία έκλεισε σε μοναστήρι στην Προποντίδα, όπου εκάρη μοναχή.
Κατά την επτάχρονη περίοδο της βασιλείας του Μιχαήλ Ζ' η Βυζαντινή Αυτοκρατορία συνέχισε την καθοδική της πορεία, η οποία είχε ξεκινήσει από τους τελευταίους αυτοκράτορες της προηγούμενης των Δουκάδων, Μακεδονικής Δυναστείας. Την εξουσία ασκούσε ουσιαστικά ο ευνούχος Νικηφόρος, ο αποκαλούμενος και Νικηφορίτζης, ο οποίος κατείχε το αξίωμα του Λογοθέτη των Δρόμων (Υπουργός Οικονομικών με τη σημερινή ορολογία), ενώ είχε μειωθεί δραστικά η επιρροή του θείου του Ιωάννη Δούκα και του φιλόσοφου Μιχαήλ Ψελλού, που είχαν πρωτοστατήσει στην ανάρρησή του στον θρόνο του Βυζαντίου.
Ο στρατηγός Νικηφόρος Βρυέννιος μπορεί να κατέστειλε την εξέγερση των Σέρβων και Βουλγάρων (1073), αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για την ανόρθωση του κύρους της αυτοκρατορίας. Οι Σελτζούκοι Τούρκοι παγίωσαν τη θέση τους στη Μικρά Ασία (1073), ενώ οι Νορμανδοί κατέλαβαν τη Βάριν (σημερινό Μπάρι) και τη γύρω περιοχή, στερώντας από τους Βυζαντινούς ένα από τα τελευταία τους προπύργια στην Κάτω Ιταλία (1072).
Στο εσωτερικό μέτωπο, η σκληρή οικονομική πολιτική του Νικηφορίτζη και η καθιέρωση από αυτόν του αυτοκρατορικού μονοπωλίου στο σιτάρι, το οποίο πουλιόταν στην ίδια τιμή ελλιποβαρές κατά ένα πινάκιο (εξ ου και το σκωπτικό προσωνύμιο «Παραπινάκιος» που του αποδόθηκε), προκάλεσαν τη σχεδόν ταυτόχρονη εξέγερση των στρατηγών Νικηφόρου Βρυέννιου στη Βαλκανική και Νικηφόρου Βοτανειάτη στη Μικρά Ασία το 1077. Ο Βοτανειάτης στέφθηκε βασιλιάς στη Νίκαια (2 Οκτωβρίου 1077) κι έγινε τελικά κύριος της κατάστασης με τη βοήθεια των εξεγερθέντων οπαδών του στην Κωνσταντινούπολη.
Στις 31 Μαρτίου 1078, ο Μιχαήλ κατέφυγε στη Μονή Στουδίου και έγινε μοναχός, ενώ αργότερα χειροτονήθηκε μητροπολίτης Εφέσου. Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1090. Ήταν νυμφευμένος με την πριγκίπισσα Μάρθα της Γεωργίας (Μαρία της Αλανίας, όπως ήταν γνωστή στο Βυζάντιο) και είχε ένα γιο, τον Κωνσταντίνο Δούκα τον Πορφυρογέννητο, τον οποίο έχρισε συμβασιλέα το 1074 και ο οποίος διετέλεσε αργότερα συμβασιλέας με τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό (1081-1087), έχοντας μνηστευθεί την κόρη του Άννα Κομνηνή.
Το καλοκαίρι του 1929 η Αμερική ευημερούσε. Ο κόσμος δανειζόταν από τις τράπεζες για να «παίξει» στη Wall Street. Οι πιο διορατικοί μιλούσαν για «φούσκα» έτοιμη να εκραγεί.
Το καλοκαίρι του 1929 η Αμερική ευημερούσε. Ο κόσμος δανειζόταν από τις τράπεζες για να «παίξει» στη Γουολ Στριτ. Ο δείκτης Ντόου Τζόουνς (DJIA) έφθασε στο υψηλότερο σημείο του, στις 381.17 μονάδες (3 Σεπτεμβρίου 1929). Οι χρηματιστηριακή αξία των μετοχών είχε αυξηθεί τόσο πολύ, που οι διορατικότεροι μιλούσαν για «φούσκα» έτοιμη να εκραγεί.
Οικονομικοί κύκλοι φοβούμενοι την κάμψη των τιμών των μετοχών άρχισαν να τις ρευστοποιούν. Στις 24 Οκτωβρίου 1929, 13 εκατομμύρια μετοχές άλλαξαν χέρια, αριθμός ρεκόρ για τα χρηματιστηριακά χρονικά («Μαύρη Πέμπτη»). Πανικός άρχισε να καταλαμβάνει τους επενδυτές και τους χρηματιστές. Οι μεγάλοι «παίκτες» της Γουόλ Στριτ άρχισαν να αγοράζουν μαζικά τα καλά χαρτιά (blue chips), σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουν την πτώση. Η τακτική αυτή είχε αποδώσει στη χρηματιστηριακή κρίση του 1907, όχι όμως και τώρα.
Το Σαββατοκύριακο που μεσολάβησε η κατάσταση δραματοποιήθηκε ακόμη περισσότερο από τον Τύπο. Τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου οι τιμές συνέχισαν την κατηφορική τους πορεία, με τους επενδυτές να ξεφορτώνονται τα «χαρτιά» τους, με σκοπό να αναζητήσουν πιο πρόσφορες επενδυτικές ευκαιρίες. Ο δείκτης χάνει 12% της αξίας του και 16,4 εκατομμύρια μετοχές αλλάζουν χέρια.
Την επόμενη μέρα, η Γουόλ Στριτ καταρρέει («Μαύρη Τρίτη»). Πολλές τράπεζες που είχαν τοποθετήσει τα χρήματα των πελατών τους σε μετοχές για να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη, αντιμετωπίζουν δυσεπίλυτα προβλήματα και τις επόμενες μέρες κηρύσσουν πτώχευση.
Το χρηματιστηριακό κραχ χειροτέρευσε την ήδη εύθραυστη κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας και συνέβαλε στη Μεγάλη Οικονομική Ύφεση της δεκαετίας του '30, που έπληξε Ευρώπη και Αμερική, με πτωχεύσεις εταιρειών, μαζική ανεργία και μεγάλη κεφαλαιοκρατική συγκέντρωση.
Η Γουόλ Στριτ ανέκαμψε προσωρινά στις αρχές του 1930, για να κατρακυλήσει ξανά το επόμενο διάστημα και ο δείκτης Ντόου Τζόουνς να φθάσει στις 41.22 μονάδες στις 8 Ιουλίου 1932, στο χαμηλότερο σημείο όλων των εποχών. Το 1931 το Κογκρέσο συγκρότησε την Επιτροπή Πεκόρα για να μελετήσει τις αιτίες της χρηματιστηριακής κρίσης και βάσει των πορισμάτων της ψήφισε το νόμο Γκλας - Σίγκαλ του 1933, με τον οποίον διαχωρίστηκαν οι τράπεζες σε εμπορικές και επενδυτικές.
Τα επόμενα χρόνια, με βάση την εμπειρία της Γουόλ Στριτ, τα χρηματιστήρια όλου του κόσμου πήραν μέτρα για να αποτρέψουν ένα νέο κραχ. Το κυριότερο ήταν η διακοπή των συνεδριάσεων σε περιόδους ραγδαίων μεταβολών της χρηματιστηριακής αγοράς.
Οι επιπτώσεις του «Κραχ» στις ΗΠΑ σε αριθμούς
12.000.000 έμειναν άνεργοι.
12.000 έχαναν τη δουλειά τους κάθε μέρα.
20.000 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση.
1.616 τράπεζες πτώχευσαν.
1 στους 20 γεωργούς ξεσπιτώθηκαν.
23.000 αυτοκτονίες σημειώθηκαν σ' ένα χρόνο, αριθμός ρεκόρ.
Στις 24 Οκτωβρίου 1963 έφθασε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Γιώργο Σεφέρη. Ήταν το πρώτο Νόμπελ για την Ελλάδα.
Ο διπλωμάτης και ποιητής Γιώργος Σεφέρης υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με Νόμπελ και συγκεκριμένα με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Στις 10 Δεκεμβρίου 1963, στην τελετή απονομής που έγινε στη Στοκχόλμη, παρέλαβε το επίζηλο βραβείο από τον βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο.
Από τη δεκαετία του ‘50 η ποίηση του Σεφέρη ήταν γνωστή και αναγνωρισμένη στο εξωτερικό. Το 1955 και το 1961 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ. Δύο χρόνια αργότερα, οι φήμες έδιναν κι έπαιρναν στην Αθήνα ότι θα ήταν αυτός ο νικητής. Οι φήμες επιβεβαιώθηκαν το μεσημέρι της 24ης Οκτωβρίου, όταν έφθασε στην Αθήνα το τηλεγράφημα της Σουηδικής Ακαδημίας, που ανήγγειλε τη χαρμόσυνη είδηση. Ο Σεφέρης είχε κερδίσει το βραβείο «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες». Η Σουηδική Ακαδημία είχε ξεπληρώσει ένα χρέος της προς την Ελλάδα, καθώς στο παρελθόν είχε παρακάμψει τις υποψηφιότητες του Νίκου Καζαντζάκη και του Άγγελου Σικελιανού.
Ο Σεφέρης, που ήταν καθηλωμένος στο σπίτι του από μια κρίση έλκους, θα δηλώσει εμφανώς ικανοποιημένος στους εκπροσώπους του Τύπου:
Διαλέγοντας έναν Έλληνα ποιητή για το βραβείο Νομπέλ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοση της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση - κάθε λαού - και το ελληνικό πνεύμα.
Η επικράτηση του έλληνα ποιητή δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η αρμόδια επιτροπή, από τους περίπου 80 υποψηφίους, επέλεξε έξι: τον ιρλανδό θεατρικό συγγραφέα Σάμουελ Μπέκετ, τον αγγλοαμερικανό ποιητή Γ.Χ. Όντεν, τον ιάπωνα συγγραφέα Γιούκιο Μίσιμα, τον χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα, τον δανό συγγραφέα Άξελ Σαντεμόζε και τον Σεφέρη. Με ψηφοφορία, τα μέλη της επιτροπής ξεχώρισαν την τριάδα των Σεφέρη, Νερούδα και Όντεν και ακολούθως με ομοφωνία επέλεξαν να δώσουν το βραβείο στον Γιώργο Σεφέρη.
Στην Ελλάδα, η υποδοχή της βράβευσης Σεφέρη δεν ήταν και τόσο ενθουσιώδης. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων απασχολούσαν οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και αναμέτρηση της ΕΡΕ με την Ένωση Κέντρου. Η Αριστερά μάλλον έδειξε την προτίμησή της στον Πάμπλο Νερούδα, που ανήκε στο ιδεολογικό της στρατόπεδο, ενώ μία δεξιά εφημερίδα, ο «Ελεύθερος», δεν δίστασε να αναπαράγει τις φήμες που κυκλοφορούσαν ότι ο διπλωμάτης Σεφέρης «είχε ξεπουλήσει την Κύπρο για να πάρει το Νόμπελ».
Στις 10 Δεκεμβρίου έγινε η τελετή απονομής των βραβείων Νόμπελ και το ίδιο βράδυ ο Σεφέρης εκφώνησε ένα σύντομο λόγο στο δείπνο που παρατέθηκε για τους νομπελίστες στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης, ενώ την επομένη έδωσε διάλεξη στη Σουηδική Ακαδημία. Στην ομιλία του συνόψισε τις πεποιθήσεις του για την άμεση και αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα ως τη σημερινή εποχή: « ...Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα...».
Αναφέρθηκε επίσης στην αναγκαιότητα και τη λειτουργία της ποίησης στο σύγχρονο κόσμο: «Είναι σημαντικό το ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση».
Η Ομιλία του Γιώργου Σεφέρη
Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα- πρώτα από τον εαυτό μου. Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»**. Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…»***. Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης. Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να 'βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός:
να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής,
για να θυμηθώ το Σέλλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του. Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται. Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.
* Η ομιλία γράφτηκε και δόθηκε στα γαλλικά. ** «δεν πρέπει ο Ήλιος να ξεπερνάει το μέτρο· διαφορετικά, οι ίδιες οι Ερινύες θα προσφερθούν ως βοηθοί της Δικαιοσύνης» *** Ο Σεφέρης αναφέρεται στο Μακρυγιάννη, ο οποίος όμως αποδίδει τη συγκεκριμένη φράση σε έναν Τούρκο μπέη.