Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021

Ρότζερ Μουρ

 Άγγλος ηθοποιός, που διακρίθηκε για τους ρόλους που ερμήνευσε στην τηλεόραση («Άγιος», «Οι Αντίζηλοι») και τον κινηματογράφο («Τζέιμς Μποντ»).

Ρότζερ Μουρ
Ρότζερ Μουρ

O Ρότζερ Μουρ ήταν άγγλος ηθοποιός, που διακρίθηκε για τους ρόλους που ερμήνευσε στην τηλεόραση («Άγιος», «Οι Αντίζηλοι») και τον κινηματογράφο («Τζέιμς Μποντ»).

Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 14 Οκτωβρίου 1927 και ήταν γιος αστυνομικού. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του φοίτησε για λίγο στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ και τη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης, προτού κληθεί να υπηρετήσει τη θητεία του στο στρατό, λίγο πριν από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έφθασε μέχρι το βαθμό του λοχαγού και όταν αφυπηρέτησε ασχολήθηκε με το μόντελινγκ και στη συνέχεια με την υποκριτική.

Η μεγάλη επιτυχία ήλθε το 1962, όταν πρωταγωνίστησε στην τηλεοπτική σειρά μυστηρίου «Ο Άγιος» («The Saint») κι έγινε παγκόσμια γνωστός. Στη σειρά αυτή, της οποίας σκηνοθέτησε και μερικά επεισόδια, ο Ρότζερ Μουρ υποδύθηκε τον Σάιμον Τέμπλαρ, ένα ιδιόρρυθμο και φινετσάτο εγκληματία («Τον Ρομπέν των Δασών των εγκληματιών», όπως τον αποκαλούσε) και με την ερμηνεία του καθιέρωσε το κομψό, γεμάτο αυτοπεποίθηση, γοητευτικό και περιπαικτικό στιλ του, το οποίο μετέφερε αργότερα και στο ρόλο τού Τζέιμς Μποντ.

Η σειρά ολοκληρώθηκε το 1969 και δύο χρόνια αργότερα ήλθε μία ακόμα τηλεοπτική επιτυχία για τον Ρότζερ Μουρ με τη σειρά «Οι Αντίζηλοι» («The Persuaders»), στην οποία πρωταγωνιστούσε μαζί με τον Τόνι Κέρτις. Η βραχύβια σειρά των 24 επεισοδίων αφηγείτο τις περιπέτειες δύο εκατομμυριούχων πλέι-μπόι ανά την Ευρώπη, με δράση και χιούμορ.

To 1973 υποδύθηκε για πρώτη φορά τον Τζέιμς Μποντ, διαδεχόμενος τον Σον Κόνερι, στην ταινία «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Ζήσε και άσε τους άλλους να πεθαίνουν («Live and Let Die»). Πρωταγωνίστησε σε έξι ακόμη ταινίες του πράκτορα 007, βάζοντας τη δική του σφραγίδα στο ρόλο: «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Ο Άνθρωπος με το Χρυσό Πιστόλι» («The Man with the Golden Gun», 1974), «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Η Κατάσκοπος που με Αγάπησε» («The Spy Who Loved Me», 1977), «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Μούνρεϊκερ» («Moonraker», 1979), «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Για τα Μάτια σου Μόνο» («For Your Eyes Only», 1981), «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Οκτάπουσι («Octopussy», 1983) και «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Κινούμενος Στόχος» («A View to a Kill», 1985). Ενδιάμεσα είχε πρωταγωνιστήσει στην πολεμική περιπέτεια του ελληνοαμερικανού σκηνοθέτη Τζορτζ Κοσμάτος «Απόδραση στην Αθήνα» («Escape to Athena», 1979).

Μετά τις ταινίες του Μποντ, ο Ρότζερ Μουρ αραίωσε τις εμφανίσεις στον κινηματογράφο και αφιερώθηκε κυρίως σε φιλανθρωπικές δράσεις ως Πρεσβευτής Καλής Θελήσεως της Γιούνισεφ. Το 1999, έγινε «σερ» από τη βασίλισσα Ελισάβετ, παρότι δεν ζούσε στη Μεγάλη Βρετανία για φορολογικούς λόγους. Από το 1978 μοίραζε το χρόνο μεταξύ Μονακό, νότιας Γαλλίας κι Ελβετίας. Το 2008 τιμήθηκε με τη διάκριση του «Ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών» από τον τότε Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, Νικολά Σαρκοζί.

Ο Ρότζερ Μουρ πέθανε στις 23 Μαΐου 2017 στην Ελβετία, σε ηλικία 89 ετών, χτυπημένος από την επάρατο νόσο. Είχε νυμφευτεί 4 φορές και είχε αποκτήσει τρία παιδιά.



Πηγή

Βλάσης Μπονάτσος

 Ρόκερ, ηθοποιός και σόουμαν. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Νοεμβρίου 1951...

Βλάσης Μπονάτσος
Βλάσης Μπονάτσος

Ο Βλάσης Μπονάτσος ήταν ρόκερ, ηθοποιός και σόουμαν. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Νοεμβρίου 1951.

Τα πρώτα του καλλιτεχνικά βήματα τα έκανε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 με το μουσικό συγκρότημα Πελόμα Μποκιού, όπου είχε υπογράψει τη μεγάλη επιτυχία «Γαρύφαλλος».

Σταθμός στη θεατρική πορεία του Βλάση Μπονάτσου ήταν η ερμηνεία του στο μιούζικαλ «Εβίτα», όπου στο πλευρό της τότε συντρόφου του Αλίκης Βουγιουκλάκη, υποδύθηκε τον Τσε Γκεβάρα.

Από τις μεγαλύτερες τηλεοπτικές του επιτυχίες ήταν «Οι Απαράδεκτοι», μαζί με τον Γιάννη Μπέζο, τον Σπύρο Παπαδόπουλο και τη Δήμητρα Παπαδοπούλου. Επίσης, ήταν ο πρώτος Έλληνας που παρουσίασε τηλεοπτικές φάρσες σε επώνυμους, ανοίγοντας το δρόμο σ’ ένα πολύ δημοφιλές είδος ψυχαγωγικής εκπομπής. Ασχολήθηκε, ακόμα, με τηλεπαιχνίδια και τηλεοπτικά σόου.

Ο Βλάσης Μπονάτσος ήταν παντρεμένος με τη Μάρθα Κουτουμάνου, κόρη της Ζωής Λάσκαρη, και είχε μία κόρη, τη Ζένια.

Πέθανε στις 14 Οκτωβρίου 2004.



Πηγή

Η ιστορία της Πλατείας Ομονοίας

 Η πιο παλιά πλατεία της Αθήνας, από την οποία ξεκινούν ακτινωτά οι βασικές οδικές αρτηρίες της πόλης. Σύμφωνα με το αρχικό πολεοδομικό σχέδιο, ο χώρος προοριζόταν για την ανέγερση των Ανακτόρων.

Η Πλατεία Ομονοίας το 1903
Η Πλατεία Ομονοίας το 1903

Η πιο παλιά πλατεία της Αθήνας, από την οποία ξεκινούν ακτινωτά οι βασικές οδικές αρτηρίες της πόλης, Σταδίου, Αθηνάς, Πανεπιστημίου, 3ης Σεπτεμβρίου, Πειραιώς και Αγίου Κωνσταντίνου, καθώς και οι οδοί Κοτοπούλη και Δώρου, που έχουν πεζοδρομηθεί.

Σύμφωνα με το αρχικό πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας των Κλεάθη και Ζάουμπερτ (1834), ο χώρος προοριζόταν για την ανέγερση των Ανακτόρων. Στη συνέχεια αποφασίστηκε η ανέγερση του Ναού του Σωτήρος, προκειμένου το έθνος να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς το Θείο για την απελευθέρωση. Ο έρανος, όμως, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και το ποσό που συγκεντρώθηκε διατέθηκε για την ανέγερση του ναού της Μητροπόλεως.

Ο χώρος διαμορφώθηκε σε πλατεία το 1846 και αρχικά πήρε το όνομα Πλατεία Ανακτόρων και στη συνέχεια Πλατεία Όθωνος, προς τιμή του βασιλιά. Αποτελούσε το βορειότερο άκρο της πόλης και το τέρμα του εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων της εποχής. Το 1862 μετονομάσθηκε σε Πλατεία Ομονοίας, όταν στο χώρο αυτό συγκεντρώθηκαν και έδωsαν όρκο «ομονοίας» οι αρχηγοί των αντιπάλων πολιτικών μερίδων, οι οποίες είχαν προκαλέσει λόγω του δυναστικού αιματηρές ταραχές στη χώρα.

Ήταν απομεσήμερο της 14ης Οκτωβρίου, όταν πλήθος Αθηναίων συγκεντρώθηκε στην Πλατεία για να πανηγυρίσει την έξωση του Όθωνα. Μετά τη δοξολογία, ο πρόεδρος της Προσωρινής Κυβερνήσεως Δημήτριος Βούλγαρης (γνωστός και ως Τζουμπές) απευθύνθηκε προς τους συγκεντρωμένους. Ανάμεσα στα άλλα ακούστηκαν και τα εξής: «Ας ορκισθώμεν επί της Πλατείας ταύτης, της λαβούσης ήδη το ωραίον της «Ομονοίας» όνομα, και ας είπη έκαστος εξ ημών: Ορκίζομαι πίστιν εις την πατρίδα και υπακοήν εις τας εθνικάς αποφάσεις.»

Κατά την περίοδο της βασιλείας του Γεωργίου Α' η πλατεία ευπρεπίστηκε και δενδροφυτεύτηκε. Στήθηκε και μια μαρμάρινη εξέδρα, όπου κάθε Κυριακή παιάνιζε μια στρατιωτική μπάντα προς τέρψη των θαμώνων. Η πλατεία με την πάροδο του χρόνο αποτέλεσε το κέντρο της κοσμικής κίνησης στην Αθήνα μέχρι το 1930, οπότε ανασκάφηκε το υπέδαφος της για να γίνει ο υπόγειος σταθμός του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Πειραιώς - Αθηνών.

Έκτοτε άρχισε να αποκτά περισσότερο εμπορικό χαρακτήρα και να αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο σημείο της Αθήνας για τους κατοίκους της επαρχίας, που έρχονταν στην πρωτεύουσα. Στις 15 Οκτωβρίου 1954 άρχισε η διαρρύθμιση του υπόγειου χώρου, με την κατασκευή μιας υπόγειας πλατείας με τράπεζες, καταστήματα και ταχυδρομείο, αλλά και με τις πρώτες κυλιόμενες σκάλες. Τα έργα ολοκληρώθηκαν το 1960 με τη διαμόρφωση της επιφάνειας της Πλατείας Ομονοίας σε τεχνητή λίμνη με συντριβάνια, στην οποία συχνά βουτούσαν οι φίλαθλοι, έπειτα από κάποια επιτυχία εθνικής ομάδας και οι οπαδοί του Παναθηναϊκού για τους θριάμβους της ομάδας τους.

Με την πάροδο του χρόνου, η Πλατεία Ομονοίας υπέστη και άλλες μεταμορφώσεις, λόγω του αυξανόμενου κυκλοφοριακού φόρτου στο κέντρο της Αθήνας. Η τελευταία έγινε την περίοδο πριν από την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και προκάλεσε γενική κατακραυγή για το αισθητικό της αποτέλεσμα. Σήμερα, η Ομόνοια έχει μετατραπεί ουσιαστικά σε οδικό κόμβο και δεν λειτουργεί πλέον ως πλατεία.



Πηγή