Η επόμενη κυκλοφορία του έγινε μερικά χρόνια αργότερα με την έκδοση του «Taxi» (1993), μία συλλογή από διασκευές, μεταξύ των όποιων και το «Will You Love Me» των Shirelles και το «Just One Look» των Hollies. Στο «Mammuna» του 1994 συμμετείχαν οι Μπρίαν Ίνο και Νάιλ Ρότζερς.

To 1999 o Φέρι επανεμφανίστηκε στο καλλιτεχνικό προσκήνιο με το «As Time Goes By», ένα ακόμη άλμπουμ διασκευών, που ήταν όμως εστιασμένο στη δεκαετία του ’30 και στο ρεπερτόριο δημιουργών όπως οι Κόουλ Πόρτερ («Miss Otis Regrets Just One Of Those Things», «You Do Something To Me»), Κουρτ Βάιλ («September Song»), Rodgers & Hart («Where or When»). To άλμπουμ ξεκινούσε με ένα τραγούδι από το σάουντρακ του φιλμ «Καζαμπλάνκα», από το οποίο πήρε και τον τίτλο του.

Κορμό του «Frantic» (2002) αποτέλεσαν ερωτικά τραγούδια, γραμμένα με τη συνεργασία του Ντέιβ Στιούαρτ (πρώην μέλος των Eurythmics), χωρίς ωστόσο να απουσιάζουν διασκευές σε τραγούδια των Μπομπ Ντίλαν, Λεντμπέλι και Drifters. Υπήρχαν επίσης συνεργασίες με τον Τζόνι Γκρίνγουντ των Radiohead και τον Μπράιαν Ίνο.

Το 2007 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Dylanesque» με διασκευές τραγουδιών του Μπομπ Ντίλαν και το 2010 το «Olympia» με δικό του υλικό, αλλά και με τη διασκευή του τραγουδιού του Τιμ Μπάκλεϊ «Song to the Siren».

Το 2012 ήταν η σειρά ενός φιλόδοξου άλμπουμ με τίτλο «The Jazz Age», όπου διασκεύασε δικά του κομμάτια στο στιλ της τζαζ. Την προσωπική του δισκογραφία συμπληρώνουν τα άλμπουμ «Avonmore» (2014), με δικά του κομμάτια και το Bitter-Sweet (2018), μία συνέχεια του «The Jazz Age».

Ο Μπράιαν Φέρι δηλώνει «συντηρητικός από τα γενοφάσκια του» και ψηφίζει σταθερά το Συντηρητικό Κόμμα. Από τον πρώτο του γάμο του με το μοντέλο Λούσι Χέλμορ έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά. To 2012 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τη δημοσιοσχετίστρια Αμάντα Σέπαρντ, φίλη του γιου του Ότις και 37 χρόνια μικρότερή του, με την οποία χώρισε δύο χρόνια αργότερα.



Πηγή