Η Γαλλίδα συγγραφέας Φρανσουάζ Σαγκάν έκανε όνομα στην λογοτεχνία για τα μυθιστορήματά της με έντονο το ερωτικό στοιχείο και ήρωες πλούσιους και απογοητευμένους αστούς. Το πιο γνωστό μυθιστόρημά της είναι το «Καλημέρα θλίψη» που έγραψε κατά την διάρκεια της εφηβείας της.

H Φρανσουάζ Κουαρέ, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1935 στην πόλη Καζάρκ της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Υπήρξε το χαϊδεμένο παιδί μιας πλούσιας γαλλικής οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν διευθυντής επιχείρησης και η μητέρα της κόρη γαιοκτημόνων.

Είχε πάθος για τα ζώα μέχρι το τέλος της ζωής της και από πολύ μικρή υιοθέτησε ένα εκκεντρικό τρόπο ζωής. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε ένα γιό με τον δεύτερο σύζυγό της, τον αμερικανό πλεϊ-μπόι Μπομπ Γουέστχοφ. Είχε μακροχρόνια σχέση με την στυλίστρια Πέγκι Ρος και τον δημοσιογράφο Μπέρναρντ Φρανκ.

Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Καλημέρα Θλίψη» («Bonjour Tristesse», 1954), από ένα στίχο ποιήματος του Πολ Ελιάρ, παρά την παραδοσιακή γραφή του, προκάλεσε αίσθηση λόγω του νεαρού της ηλικίας της, αλλά και της τολμηρής υπόθεσής του για τα μέτρα της εποχής με ηρωίδα μια δεκαεπτάχρονη κοπέλα. Διαβάστηκε από εκατομμύρια αναγνώστες σε όλο τον κόσμο και αποτέλεσε την μεγαλύτερη εκδοτική επιτυχία του 20ού αιώνα στην Γαλλία.

Το θέμα του έρωτα και του τρόπου ζωής στους κύκλους των εύπορων αστών παρέμεινε το βασικό μοτίβο όλων των επόμενων έργων της, όπως τα μυθιστορήματα «Ένα κάποιο χαμόγελο» («Un Certain Sourire»), «Αγαπάτε τον Μπραμς» («Aimez-vous Brahms») κ.α

Η Φρανσουάζ Σαγκάν πέθανε στις 24 Σεπτεμβρίου 2004 στην πόλη Ονφλέρ της νοτιοδυτικής Γαλλίας σε ηλικία 69 ετών.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2019, κυκλοφόρησε στην Γαλλία σε 70.000 αντίτυπα ένα ανέκδοτο και ημιτελές μυθιστόρημα της με τίτλο «Les quatre coins du coeur» («Οι τέσσερις γωνίες της καρδιάς»). Τα χειρόγραφα ανακάλυψε ο γιος της Ντενί Γουεστόφ, ο οποίος επιμελήθηκε της έκδοσης του βιβλίου. Σύμφωνα με την κριτική, ο αναγνώστης θα ξαναβρεί το αποστασιοποιημένο και σαρκαστικό ύφος που συνιστούσε τη γοητεία του έργου της Σαγκάν. Όμως , θα μείνει με την απογοήτευση ότι το μυθιστόρημα διατηρεί την γεύση του ημιτελούς.



Πηγή